Με ένα 62άρι πούλμαν ξεκινήσαμε από τη Νίκαια και το μετρό του Αιγάλεω, την Παρασκευή, 17/6, για Κόρινθο, Ρίο, όπου παραλάβαμε και τους τελευταίους μας φίλους. Είχαμε ήδη κάνει τη στάση μας για καφεδάκι και αμέσως περάσαμε τη γέφυρα « Χαρίλαος Τρικούπης », αφήνοντας πίσω μας το ενετικό κάστρο του Ρίου και του Αντιρρίου. Μπαίνοντας στον νομό Αιτωλοακαρνανίας, συναντήσαμε τον Εύηνο ή Φίδαρη ποταμό, θαυμάσαμε για άλλη μια φορά το περίεργο θέατρο της αρχαίας Καλυδώνας, αντικρίσαμε με δέος τα τείχη τηςαρχαίας Πλευρώνας ψηλά στον λόφο, πλησιάσαμε αρκετά τη λιμνοθάλασσα του Αιτωλικού και  τις λίμνες Λυσιμαχεία, Οζερού και κινηθήκαμε βόρεια έχοντας συντροφιά μας τον Αχελώο. Διασχίσαμε την Αμφιλοχία, την αμφιθεατρικά χτισμένη πάνω σε δυο λόφους, έχοντας αφήσει πίσω και  αριστερά μας τη λίμνη Αμβρακία ή Ρίβιο, που αποτελεί σημαντικό υδροβιότοπο, και πήραμε τον δρόμο για τα ιαματικά λουτρά Τρύφου και τον Άγιο Βάρβαρο. Είχαμε την ευκαιρία να δούμε από κοντά τα χωριά Κατούνα, με τα ωραία πετρόχτιστα, και Τρύφο και να φτάσουμε στον Άγιο Βάρβαρο μετά από περιπέτειες, γιατί ο δρόμος ήτανε πολύ στενός και με στροφές. Εκεί, δίπλα στα κλειστά από το 2010 λουτρά με τις υδροθειούχες πηγές, κάτω από πανύψηλα δέντρα, που μας σκίαζαν, ο « Φυσιολάτρης » πρόσφερε το καθιερωμένο « κρύο γεύμα », ενώ κάτω στη ρεματιά το ποτάμι τραγουδούσε δυνατά το τραγούδι του. Αφού πήραμε και το επιδόρπιό μας, οι περισσότεροι, αγνοώντας την πολλή ζέστη που επικρατούσε, κατηφορίσαμε προς το φαράγγι της Νήσσας από μονοπατάκι με καγκελάκια, σκαλάκια, παγκάκια για ξεκούραση,  γεφυράκια, κάτω από τα οποία κυλούσε ορμητικό το ποτάμι που ακούγαμε τόσην ώρα. Μικροί πανέμορφοι καταρράκτες σχηματίζονταν σε διάφορα σημεία του φαραγγιού. Φτάσαμε στο τέρμα της μικρής αυτής διαδρομής, φωτογραφηθήκαμε και επιστρέψαμε στο πλάτωμα, όπου είχε σταθμεύσει το πούλμαν.

Αρκετοί φίλοι, πριν ή μετά το γεύμα, ανηφόρισαν λίγο, για να δουν το εκκλησάκι του Αγ. Βάρβαρου, που λένε πως ήταν πειρατής από τη Λιβύη, ο οποίος μετά από θαύμα μεταστράφηκε, έγινε χριστιανός, ασκήτεψε και αγίασε. Τον είπαν έτσι γιατί κανείς δεν ήξερε το όνομά του. Η μνήμη του τιμάται στο Ξηρόμερο στις 23 Ιουνίου. Εμείς μάλιστα τύχαμε εκεί στις προετοιμασίες για το πανηγύρι του, αφού κάποιοι εργάτες καθάριζαν τον χώρο γύρω.

Φύγαμε για τη Βόνιτσα με το ωραίο βενετσιάνικο κάστρο να στεφανώνει το λόφο της αρχαίας ακρόπολης και το όμορφο νησάκι Κουκουμίτσα, σήμα κατατεθέν της πόλης, το  Άκτιο, όπου έγινε η ναυμαχία το 31 π.Χ. και καθιέρωσε τον Οκταβιανό Αύγουστο μόνο κύριο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, την Πρέβεζα και την Καστροσυκιά, όπου βρισκόταν το κατάλυμά μας. Πήραμε τα δωμάτιά μας και κατεβήκαμε για το δείπνο.  Η ζωντανή μουσική μας συνόδευε ευχάριστα στη διάρκεια του φαγητού. Μια μικρή παρέα έκανε βραδινή βόλτα ως πέρα σχεδόν στο χωριό. Την επόμενη μέρα, Σάββατο, 18/6, μετά το πρωινό μας, αναχωρήσαμε για το Νυδρί της Λευκάδας, απ΄όπου πήραμε το ferry για την Κεφαλλονιά. Έχοντας στα αριστερά μας την Ιθάκη και το Νήριτον όρος, βγήκαμε στο Φισκάρδο και με το πούλμαν κατευθυνθήκαμε προς Αγ.Ευφημία. Εκεί παραλάβαμε την ξεναγό μας στο νησί και φύγαμε για Αργοστόλι. Καθ΄οδόν σταματήσαμε στο λιμνοσπήλαιο της Μελισσάνης, με τους πανέμορφους χρωματισμούς, το οποίο επισκέφτηκαν οι περισσότεροι φίλοι μας και βγήκαν εντυπωσιασμένοι. Ανηφορίσαμε τον Αίνο, περνώντας μέσα από τον Εθνικό Δρυμό με κεφαλληνιακή ( μαύρη ) ελάτη, και μετά από κάποια ώρα φτάσαμε στην πρωτεύουσα του νησιού. Κοντά στα Βαλσαμάτα διακρίναμε από μακριά και τον ναό του προστάτη του νησιού Αγ. Γερασίμου. Είχαμε στη διάθεσή μας 2 ώρες περίπου στο Αργοστόλι, για να γευματίσουμε και να κάνουμε βόλτες στο περίφημο « Λιθόστρωτο » με τον Πύργο της Καμπάνας, την Καθολική Εκκλησία, το Δικαστικό Μέγαρο και το Αρχαιολογικό Μουσείο στο τέλος του δρόμου, καθώς και πολλά όμορφα μαγαζάκια στις δυο πλευρές του. Οι περισσότεροι γευματίσαμε σε κάποιο από τα ταβερνάκια της πρωτεύουσας, έχοντας απέναντί μας τη λιμνοθάλασσα του Κούταβου και τη γέφυρα του Αργοστολίου, έργο Άγγλου μηχανικού από την εποχή της Αγγλοκρατίας. Σήμερα πλέον απαγορεύεται να κυκλοφορούν επάνω της οχήματα. Η χελώνα καρέτα – καρέτα, που αποτελεί ατραξιόν της λιμνοθάλασσας, πού και πού έβγαζε το κεφάλι της από το νερό, για να μας χαιρετίσει… Επιστρέψαμε στο Φισκάρδο ακολουθώντας δυτική κατεύθυνση, αφήνοντας στα αριστερά μας τον κόλπο του Αργοστολίου, αντικρίζοντας και το «αντίπαλον δέος » του Αργοστολίου, το Ληξούρι, και κάνοντας μια στάση πάνω από τον κόλπο του Μύρτου με την ονομαστή παραλία. Εκεί φωτογραφηθήκαμε με φόντο τα καταγάλανα νερά του Μύρτου και την Άσο με τα γραφικά σπιτάκια και το ενετικό κάστρο της στο λοφάκι της χερσονήσου. Στο βάθος φαινόταν ο Λευκάτας, το νοτιότερο ακρωτήρι της Λευκάδας, που έχει συνδεθεί με πολλές ερωτικές αυτοκτονίες, όπως της Σαπφούς, αλλά και με περίεργες τελετουργίες. Έτσι, έχοντας ολοκληρώσει τον γύρο, κατά κάποιον τρόπο της Κεφαλλονιάς, μπήκαμε στο πλοίο, αφού μείναμε μισή ωρίτσα στο Φισκάρδο για περίπατο, ένα καφεδάκι ή παγωτάκι,  και βγήκαμε πάλι στο Νυδρί. Με το πούλμαν επιστρέψαμε στο ξενοδοχείο μας αρκετά αργά για δείπνο και ξεκούραση. Κυριακή της Πεντηκοστής, 19 Ιουνίου, ξεκινήσαμε και πάλι αρκετά πρωί για Ζάλογγο ( το μνημείο του Ζογγολόπουλου μόνο πολύ αχνά κι από πολύ μακριά το είδαμε ), συνεχίσαμε για το Λούρο (χωριό αλλά και εκβολές του ομώνυμου ποταμού), αφήσαμε στα αριστερά μας  το χωριό Τρίκαστρο,  περάσαμε τη γέφυρα του Αχέροντα και πριν το χωριό Σερζιανά φτάσαμε στο σημείο όπου βρίσκονται οι Πύλες του Άδη. Κατηφορίσαμε προς το σημείο, όπου σύμφωνα με την παράδοση των αρχαίων, κατέβαιναν οι ψυχές στον Κάτω Κόσμο, έχοντας δώσει τον οβολό τους στον πορθμέα, τον ψυχοπομπό Ερμή, κατά μία εκδοχή. Μόνο ο Μένιππος, σύμφωνα με τους Νεκρικούς διαλόγους του Λουκιανού, κατάφερε να γλιτώσει την πληρωμή. Εντυπωσιακό πράγματι το μέρος, με τα νερά του Αχέροντα να κατεβαίνουν ορμητικά μέσα από το στενό πέρασμα των βράχων. O ποταμός Αχέροντας πηγάζει από τα ορεινά του Νομού Ιωαννίνων. Ύστερα από διαδρομή 64 χιλιομέτρων, εκβάλλει στο Ιόνιο Πέλαγος, συμβάλλοντας στη δημιουργία πλήθους οικοσυστημάτων που φιλοξενούν και συντηρούν πολλά είδη φυτών και ζώων.

Ο ποταμός διασχίζει την κοιλάδα που σχηματίζεται ανάμεσα στους ορεινούς όγκους της δυτικής Ηπείρου και κοντά στο χωριό Τρίκαστρο, στα όρια των Νομών Ιωαννίνων, Πρεβέζης και Θεσπρωτίας, και περνά από ένα στενό και επιβλητικό φαράγγι που σχηματίζουν τα βουνά της Παραμυθιάς και του Σουλίου. Η περιοχή αυτή ονομάζεται "Στενά του Αχέροντα", είναι εξαιρετικής ομορφιάς και παρουσιάζει σημαντικό οικολογικό ενδιαφέρον. Η έξοδος των Στενών είναι κοντά στο χωριό Γλυκή.

Φωτογραφηθήκαμε κοντά στο παρατηρητήριο στις πύλες του Άδη και  αποχαιρετίσαμε τους « γενναίους » πεζοπόρους, που θα έκαναν τη διαδρομή Πύλες του Άδη -Γλυκή και οι υπόλοιποι επιβιβαστήκαμε στο πούλμαν.Οι πεζοπόροι πέρασαν στην απέναντι όχθη διασχίζοντας το ποτάμι, αφού έβγαλαν τα παπούτσια τους, για να μη βραχούν, και περπάτησαν μέχρι που βρήκαν το μονοπάτι που έρχεται από το Τρίκαστρο. Η διαδρομή από το Τρίκαστρο- Σκάλα Τζαβέλαινας (Γλυκή),  περίπου 10 χλμ διασχίζει τα Στενά του Αχέροντα σε όλο τους το μήκος, έχοντας πάντα δεξιά μας το ποτάμι, άλλες φορές κινούμενοι κοντά του και άλλοτε αρκετά ψηλότερα βλέποντάς το από μακριά. Το μονοπάτι ξεκινά λίγο έξω από το Τρίκαστρο και ακολουθεί παράλληλη πορεία με τη ροή του ποταμού με κατάλληλες διαμορφώσεις (σκαλοπάτια και προστατευτικά κιγκλιδώματα) για το πέρασμα των δύσκολων σημείων της διαδρομής αλλά και κάποια σημεία κατεστραμμένα από τις κατολισθήσεις βράχων αλλά και επικίνδυνες σάρες, πού ήθελαν ιδιαίτερη προσοχή για το πέρασμά τους. Το μεγαλύτερο μέρος του μονοπατιού διέρχεται μέσα από δάσος με πουρνάρια, φιλίκια, παλιούρια και αριές αλλά και φράξους, γαύρους, οστριές και βελανιδιές.

Σε απόσταση μιάμισης ώρας από την αρχή της διαδρομής, σε ένα σημείο όπου το μονοπάτι κατεβαίνει  κοντά στην κοίτη του ποταμού, υπάρχει η μοναδική πηγή με πόσιμο νερό μέσα στο φαράγγι. Στο σημείο αυτό το ποτάμι σχηματίζει μια υπέροχη βάθρα και βέβαια δεν χάσαμε την ευκαιρία να κολυμπήσουμε στα κρύα αλλά πεντακάθαρα νερά του Αχέροντα.

Μετά από πορεία 3 ωρών φτάσαμε στο παρατηρητήριο, μια τοποθεσία με εντυπωσιακή θέα, όπου κάναμε μια μικρή στάση  και στη συνέχεια φτάσαμε στη διασταύρωση που οδηγεί δεξιά στη γέφυρα Ντάλα και από εκεί στο οροπέδιο του Σουλίου. Θυμηθήκαμε ότι πριν μερικά χρόνια περάσαμε από το σημείο αυτό κατεβαίνοντας από τα χωριά του Σουλίου και καταλήξαμε στη Γλυκή. Δεν χάσαμε την ευκαιρία και, αφού κάναμε μια παράκαμψη, καθίσαμε περισσότερο από μισή ώρα στη γέφυρα Ντάλα, καθώς είναι ένα από τα πιο ωραία σημεία του φαραγγιού. Εδώ ξεκουράσαμε λίγο τα πόδια μας βάζοντάς τα στο κρύο νερό, αλλά και κάποιοι τολμηροί, παρά τα ορμητικά νερά, έπεσαν και κολύμπησαν. Αφού ξεκουραστήκαμε, συνεχίσαμε το μονοπάτι στην  τελευταία μισή ώρα της διαδρομής, προς τη Σκάλα της Τζαβέλαινας, που διέρχεται ανάμεσα από πλούσια θαμνώδη βλάστηση και στη συνέχεια παραποτάμια δίπλα στα πλατάνια και τις ιτιές. Σε όλη τη διαδρομή μάς συντρόφευαν ο ήχος από τα ορμητικά νερά του ποταμού, που κυλούσαν ανάμεσα από ψηλούς κατακόρυφους βράχους, αλλά και τα κελαηδίσματα των πουλιών που ζούσαν κοντά στο ποτάμι. Στο  τέλος του μονοπατιού, αφού περάσαμε το χαρακτηριστικό τούνελ, που ανοίχτηκε κάποτε, για να συνδέσει τα χωριά του Σουλίου στη

Σκάλα Τζαβέλαινας, φτάσαμε στις πηγές του Αχέροντα στο πάνω μέρος της Γλυκής. Στο δρόμο συναντήσαμε ανθρώπους που κάνανε ιππασία  και λίγο πιο κάτω ράφτινγκ στα ήσυχα πλέον νερά του ποταμού. Η διάρκεια της πεζοπορίας μας ήταν 5 - 5,5 ώρες με τις στάσεις. Η ίδια διαδρομή μπορεί να γίνει και μέσα από την κοίτη του ποταμού, αλλά μόνο τους καλοκαιρινούς μήνες και η διάρκεια της διάσχισης των Στενών μέσα από το νερό, εκτιμάται σε έξι με οκτώ ώρες. Τον χειμώνα τα νερά του ποταμού είναι πολύ ορμητικά και το εγχείρημα επικίνδυνο έως και αδύνατο. Οι « τουρίστες » μας  στάθμευσαν στο χωριό Μεσοπόταμος  και ανηφορίσαμε για το Νεκρομαντείο, το πιο φημισμένο του αρχαίου κόσμου. Επισκεφθήκαμε τον αρχαιολογικό χώρο μπαίνοντας στην αυλή από τη βόρεια είσοδο του περιβόλου, θαυμάζοντας τα

« κυκλώπεια τείχη » του, αρμοδεμένα με μεγάλη δεξιοτεχνία. Φτάσαμε στο κυρίως ιερό με τους αποθηκευτικούς χώρους εκατέρωθεν, περνώντας από λαβυρινθώδεις διαδρόμους με δωμάτια στη μια πλευρά, για τους ιερείς αλλά και για όσους κοιμούνταν εκεί, ωσότου μπορέσουν να επικοινωνήσουν με τους νεκρούς τους. Στον υπόγειο χώρο, μια αίθουσα με αψιδωτή στέγη γινόταν η επικοινωνία με τον Κάτω Κόσμου, αφού είχε προηγηθεί ο καθαρμός, σωματικός και πνευματικός, των συγγενών των νεκρών. Αυτή ακριβώς ήταν και η αρμοδιότητα αυτού του μαντείου, διαφορετική από των άλλων μαντείων, που έδιναν χρησμούς, το να διευκολύνει δηλαδή την επικοινωνία των επισκεπτών με τις ψυχές των νεκρών συγγενών τους.

Κατεβήκαμε κατά μικρές ομάδες εκεί κάτω στην υποβλητική αίθουσα, η οροφή της οποίας βαστάζεται από 15 πώρινα τόξα, και βγαίνοντας ανεβήκαμε στον οντά του Τούρκου διοικητή κάποτε, όπου από το 2015 υπάρχει μικρή έκθεση σχετική με την ιστορία του και προβολή βίντεο. Ξεναγηθήκαμε αναλυτικά από τη φύλακα του συγκεκριμένου χώρου και βγήκαμε έξω. Εκεί δίπλα βρίσκεται και το μικρό εκκλησάκι που απέμεινε από τη μονή του Αγ. Ιωάννη του Προδρόμου ( του 18ου αι. ). Κάποιοι ανηφόρισαν ως τον διπλανό λόφο της ομηρικής Εφύρας, όπου σώζονται τα ερείπια της αρχαίας πόλης με τα τείχη της, στην οποία ανήκει το Νεκρομαντείο. Πήραμε τον δρόμο για Γλυκή έπειτα, όπου ο καθένας ασχολήθηκε με όποια δραστηριότητα ήθελε, όπως rafting ή απλή βαρκάδα, ιππασία, περίπατο ως τις πηγές του Αχέροντα, ενώ μια μικρή ομάδα έκανε μια 2ωρη πεζοπορία στον Αχέροντα ως τη Σκάλα Τζαβέλαινας και τη  Γέφυρα Ντάλα. Η γέφυρα Ντάλα απέχει περίπου μισή ώρα από τη Σκάλα Τζαβέλαινας. Είναι ένα εύκολο τμήμα της διαδρομής δίπλα στο ποτάμι, το οποίο προσφέρει πολύ όμορφες εικόνες από το φαράγγι του Αχέροντα, ειδικά στη γέφυρα Ντάλα, όπου ο ποταμός κυλάει με ορμή ανάμεσα στα κατάλευκα ασβεστολιθικά πετρώματα της κοίτης.

Όσοι το επιθυμούσαν γευμάτισαν σε κάποια από τις πολλές ταβέρνες του χωριού, δίπλα στο ποτάμι ή στο σημείο που βρίσκεται αρκετά κοντά στην παλαιοχριστιανική βασιλική του Αγ.Δονάτου. Χτίστηκε την εποχή του Μεγ. Θεοδοσίου, αλλά ενισχύθηκε τον 18ο αι. με αντηρίδες και διακοσμήθηκε εκ νέου, ενώ στον χώρο του ιερού χτίστηκε αργότερα ένας άλλος μικρός ναός. Ο άγιος αυτός λέγεται ότι σκότωσε το στοιχειό που έκανε πικρά τα νερά του ποταμού και από τότε έγιναν πάλι γλυκά ( γι΄αυτό και το χωριό πήρε αυτό το όνομα ). Μετά τις δραστηριότητες αυτές αναχωρήσαμε για τα Σύβοτα, όπου στα 433 π.Χ. έγινε η γνωστή μάχη των Συβότων, λίγο πριν τον Πελοποννησιακό πόλεμο, όπως εξιστορεί ο ιστορικός Θουκυδίδης. Από εκεί πήραμε το καραβάκι για κρουαζιέρα στα γύρω νησιά, το Μαύρο όρος, την Μπέλα Βράκα, τον Άγιο Νικόλαο. Ήταν όμορφη η βόλτα, δροσερό το αεράκι, μια και η ζέστη δεν είχε υποχωρήσει ακόμα, ο καπετάνιος – ξεναγός μας αρκετά « φλύαρος » ( με την καλή έννοια ) και τα νησάκια, άγνωστα στους περισσότερους από εμάς, επεφύλασσαν πολλές εκπλήξεις, όπως η παραλία « πισίνα » η λεγόμενη, κάποια σπήλαια, μερικά απομεινάρια από κτίσματα άλλων καιρών, μικρές αποβάθρες κ.ά.

Επιστρέψαμε από την κρουαζιέρα στην « Καραϊβική της Ελλάδας » στο λιμάνι των Συβότων και αναζητήσαμε παραλία για ένα γρήγορο και δροσιστικό μπανάκι. Βρισκόταν στην άκρη του λιμανιού, πίσω από κάποιο μικρό λοφάκι που έπρεπε να ανηφορίσεις.

Όταν πια είχαν επιστρέψει και οι πεζοπόροι μας , όλοι μαζί αναχωρήσαμε για τη μαγευτική Πάργα, όπου παραμείναμε γύρω στα ¾ της ώρας για μικρές βόλτες στα γραφικά πλακόστρωτα σοκάκια της με τα χαριτωμένα μαγαζάκια, την καθαρή και όμορφη παραλία, τον λόφο με το ενετικό κάστρο. Απέναντι από την παραλία το σήμα-κατατεθέν της Πάργας, το μικρό νησάκι με την εκκλησούλα της Παναγίας.

Επιστρέψαμε στο ξενοδοχείο μας, δειπνήσαμε και πήγαμε για ξεκούραση, γιατί ήδη ήταν πολύ αργά. Δευτέρα, του Αγ. Πνεύματος, 20/6, μετά το πρωινό μας, αφού φορτώσαμε τις αποσκευές μας, κατηφορίσαμε προς Πρέβεζα, Χώρα Λευκάδας, όπου αφήσαμε όσους φίλους ήθελαν να παραμείνουν περισσότερο εκεί, ενώ οι υπόλοιποι ανηφορίσαμε προς τη Μονή Φανερωμένης. Εκεί είχε στηθεί πανηγύρι λόγω της γιορτής του Αγ. Πνεύματος και υπήρχε δυσκολία στην πρόσβαση, λόγω της μεγάλης προσέλευσης, για τους δικούς μας προσκυνητές, οι οποίοι περιηγήθηκαν τον χώρο για μια ώρα περίπου. Η μονή ονομάστηκε έτσι λόγω του ότι η εικόνα της Παναγίας παρουσιάστηκε, φανερώθηκε σχεδιασμένη « αχειροποίητος » πάνω στο ξύλο και ο αγιογράφος Κάλλιστος συμπλήρωσε απλά τα χρώματα. Ο κεντρικός ναός χτίστηκε στα 1734, όταν εδώ βρίσκονταν οι Ενετοί. Οι πεζοπόροι, γύρω στους 25, δεν έμειναν όμως για προσκύνημα και ανηφόρισαν ως την είσοδο του « Φαραγγιού της μέλισσας » στον δήμο Σφακιωτών. Ο δρόμος ως την είσοδο του φαραγγιού ήταν μακρύς και όχι και τόσο ευχάριστος, αλλά όταν μπήκαμε σε αυτό αποζημιωθήκαμε αρκετά, πρώτα με την κρήνη με το δροσερό νερό, λίγο μετά την πύλη του, στη θέση « Σπηλιά» και έπειτα με το πολύ πράσινο, τα γεφυράκια, τα μονοπατάκια του. Το δυσάρεστο ήταν ότι σε ελάχιστα σημεία κυλούσε νερό στο ποταμάκι, επειδή με μεγάλους αγωγούς το οδηγούν στα χωράφια για πότισμα. Έτσι οι καταρράκτες που στην περασμένη επίσκεψή τους είχαν αντικρίσει οι « Φυσιολάτρες » μας δεν υπήρχαν τώρα και γι΄αυτό η δροσιά μέσα στο φαράγγι δεν ήταν και τόσο μεγάλη… Συναντήσαμε και ερείπια από τους νερόμυλους του « Κοσπέτου», που κάποτε τροφοδοτούνταν από τους ορμητικούς χειμάρρους. Όταν φτάσαμε στο τέλος του μονοπατιού, στο πλάτωμα που έχει διαμορφωθεί εκεί, φωτογραφηθήκαμε, ξεκουραστήκαμε λίγο και πήραμε πάλι τον ίδιο δρόμο προς την άσφαλτο, όπου θα ερχόταν να μας πάρει το πούλμαν μας. Στο μεταξύ οι « τουρίστες » μας έκαναν βόλτες στη Λευκάδα με τα γραφικά σοκάκια, τις δυτικής τεχνοτροπίας εκκλησιές της στον κεντρικό δρόμο αλλά και στα δευτερεύοντα δρομάκια, τα μαγαζάκια με τα τοπικά προϊόντα, με τα περίφημα καρσινά κεντήματα, περπάτησαν πάνω στη γέφυρα των ερωτευμένων ή γέφυρα των στεναγμών, έβγαλαν φωτογραφίες, ήπιαν τον καφέ ή το αναψυκτικό τους, περπάτησαν μέσα στο « Πάρκο των ποιητών » ή Μποσκέτο, για τους ντόπιους, με τις προτομές και τα αγάλματα των ανθρώπων του πνεύματος που κατάγονταν από το νησί. Εδώ ο Αρ. Βαλαωρίτης, ο Άγγ. Σικελιανός, ο Λευκάδιος Χερν,  και άλλες προσωπικότητες θυμίζουν στον επισκέπτη την προσφορά τους στον πολιτισμό του νησιού αλλά και του τόπου μας γενικότερα. Κάποιοι φίλοι επισκέφθηκαν το πολύ ενδιαφέρον Αρχαιολογικό Μουσείο της πόλης με ευρήματα από τους αρχαιολογικούς  χώρους του νησιού, όπως το χάλκινο κάτοπτρο με την Αφροδίτη, τα εκθέματα της μουσικής, το πήλινο ομοίωμα κυκλικού χορού, σφραγιδόλιθοι, νομίσματα κ.ά. Όλοι μαζί πια φύγαμε για το Νυδρί και πάλι, αυτή τη φορά, για να πάρουμε καραβάκι για το  Μεγανήσι με τις δαντελωτές ακτές. Είπαμε « γεια » για άλλη μια φορά στο άγαλμα του Αριστοτέλη Ωνάση και στην προτομή του Γερμανού αρχαιολόγου Dӧrpfeld, ο οποίος υποστήριξε ότι η Λευκάδα ήταν η ομηρική Ιθάκη, και ανεβήκαμε στο πλοίο. Είχαμε και πάλι την ξενάγησή μας στη διάρκεια του ταξιδιού, από τον καπετάνιο, ο οποίος αρχικά μας οδήγησε για μπάνιο στην  πολύ απλή και ήσυχη παραλία του Αϊ-Γιάννη.

 Έπειτα μας έφερε από τη βόρεια πλευρά του νησιού στο Βαθύ  για φαγητό, βλέποντας το Σπαρτοχώρι , πάνω από το λιμάνι Σπήλια, και το Κατωμέρι, τους δύο παραδοσιακούς οικισμούς, τους  οποίους βλέπαμε μακριά και ψηλά. Η ζέστη αλλά και ο λιγοστός χρόνος δυστυχώς δεν μας επέτρεπαν να κάνουμε πολλές βόλτες στο Βαθύ με τα όμορφα πέτρινα πηγάδια του και τις λουλουδιασμένες αυλές των σπιτιών του κι έτσι αναχωρήσαμε το απογεματάκι για Νυδρί, πλησιάζοντας όσο μπορούσαμε τον Σκορπιό, το Σκορπίδι, ακούγοντας παράλληλα και την ιστορία τους από τον « ξεναγό » μας. Ο Σκορπιός αγοράστηκε πριν από 4 χρόνια από τον Ρώσο μεγιστάνα Ριμπολόβλεβ, ως δώρο για τα γενέθλια της κόρης του. Απαράμιλλη η φυσική ομορφιά του, γαλήνιο το τοπίο ολόγυρα, κρυστάλλινα τα γαλαζοπράσινα νερά του. Και τα γύρω νησάκια όμως είχαν να παρουσιάσουν τις ίδιες σχεδόν ομορφιές. Αρκετά καλά είδαμε τη Μαδουρή, το νησάκι του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη, τη Σπάρτη και τη Χελώνη λίγο πιο πέρα. Έχοντας στα αριστερά μας τη χερσόνησο με την εκκλησούλα της Αγ. Κυριακής και το ταφικό μνημείο του Dӧrpfeld ψηλά πάνω στο δασωμένο λόφο, μπήκαμε ξανά στο λιμάνι του Νυδρίου.

Αμέσως επιβιβαστήκαμε στο λεωφορείο μας, βρεθήκαμε πάλι στη Χώρα του νησιού και περάσαμε από τη μαρίνα - μια από τις μεγαλύτερες και τις πιο οργανωμένες στη Μεσόγειο – καθώς και δίπλα από το ενετικό κάστρο της Αγ. Μαύρας  (  του 14ου αι. ) για τελευταία φορά. Ακολουθώντας τον δρόμο προς τη Βόνιτσα και την Αμφιλοχία διασχίσαμε πάλι την Αιτωλοακαρνανία, ώσπου φτάσαμε στο Αντίρριο, λίγο πριν από το οποίο κάναμε μια σύντομη στάση για τα « απαραίτητα ». Περάσαμε για άλλη μια φορά την κρεμαστή γέφυρα και μπήκαμε στην τελική ευθεία της επιστροφής στη βάση μας. Μετά κι από μια δεύτερη μικρή « ανάπαυλα » βρισκόμαστε στη Νίκαια κατά τις 12 το βράδυ, κουρασμένοι μεν αλλά πολύ « γεμάτοι » από τα ενδιαφέροντα που γνωρίσαμε το 4ήμερο αυτό στη δυτική Ελλάδα!