- Λεπτομέρειες
- Τελευταία ενημέρωση : 11 Σεπτεμβρίου 2016 11 Σεπτεμβρίου 2016
Ξεκινήσαμε Τετάρτη βράδυ της 29ης Αυγούστου, με πούλμαν από τη Νίκαια για τον Πειραιά, απ΄όπου πήραμε το πλοίο για το νησί του Πυθαγόρα, τη Σάμο, στις 12 τα μεσάνυχτα.
Επειδή « πιάσαμε » σε αρκετά λιμάνια, φτάσαμε το μεσημέρι πια της Πέμπτης, 30 Ιουνίου, στο Βαθύ, την πρωτεύουσα του νησιού. Εκεί μας περίμενε το τοπικό λεωφορείο που είχαμε μισθώσει και μας πήγε απευθείας στην παραλία «Λεμονάκια» για μπάνιο και γεύμα. Μικρή, οργανωμένη και χαριτωμένη, με θέα προς την ονομαστή και κοσμοπολίτικη παραλία, το Κοκκάρι, τα « Λεμονάκια » βρίσκονται ανάμεσα σε αυτήν και τη γειτονική παραλία Τσαμαδού. Αφού ευχαριστηθήκαμε το μπάνιο μας και χαλαρώσαμε, ξεκινήσαμε για το ξενοδοχείο μας στο Νέο Καρλόβασι, περνώντας από τον Άγιο Κων/νο. Όχι ένας αλλά περισσότεροι οι οικισμοί που συναποτελούν τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη του νησιού, αφού μιλάμε για Παλιό, Νέο, Μεσαίο Καρλόβασι, Λιμάνι και Όρμο Καρλοβάσου.
Πήραμε όλοι τα δωμάτιά μας, ξεκουραστήκαμε λίγο και κατεβήκαμε για το δείπνο στην τραπεζαρία. Μετά από αυτό όσοι ήθελαν έκαναν μια μικρή βόλτα προς τον Όρμο, δίπλα στη θάλασσα, ως την περιοχή Ρίβα, όπου, την εποχή της οικονομικής ακμής ( 19ο και αρχές 20ού αι.), υπήρχαν περί τα 60 βυρσοδεψεία, τα «Ταμπάκικα». Διαγώνια απέναντι από το ξενοδοχείο μας ο επιβλητικός ναός του Αγ. Νικολάου, με το διπλό κωδωνοστάσιο, και πιο κάτω, κι από τις δυο πλευρές του κεντρικού δρόμου, πολλά αρχοντικά, που κάποτε ανήκαν σε πλούσιους εμπόρους, κυρίως βυρσοδέψες, άλλα ανακαινισμένα και άλλα εγκαταλειμμένα, καταστήματα Τραπεζών, όπως της Εθνικής και της Εμπορικής. Όλα μαρτυρούσαν μεγάλες αλλοτινές δόξες. Φωτογραφίσαμε, δροσιστήκαμε από τη θαλασσινή αύρα και επιστρέψαμε για ύπνο. Εντοπίσαμε γυρίζοντας και την προτομή του Αισώπου, πολύ κοντά στο κατάλυμά μας, αφού λέγεται πως ο γνωστός μυθογράφος καταγόταν μάλλον από τη Σάμο. Παρασκευή, 1 Ιουλίου, μετά το πρωινό μας πήραμε τον δρόμο για Παλαιό Καρλόβασι, Λέκα, Καστανιά, στα 350 μ. περίπου υψόμετρο, όπου κάναμε την πρώτη μας στάση. Όσοι μπορούσαν κατέβηκαν στην είσοδο του χωριού για μια επίσκεψη στο μνημείο πεσόντων του 1943, των 27 εκείνων Καστανιωτών που εκτελέστηκαν στις 30 Αυγούστου από τους Ιταλούς, από εκδίκηση για όλους τους Σαμιώτες που συμμετείχαν στην Αντίσταση. Οι κάτοικοι της Καστανιάς, έχοντας συνδεθεί με κοινωνικούς αγώνες, αποτελούν το σύμβολο της αντιστασιακής ιστορίας του νησιού. Πρέπει να πούμε ότι το κίνημα της Εθνικής Αντίστασης στο νησί ήταν ισχυρό. Φωτογραφίες στο μνημείο και ανηφοριά μέσα σε πυκνή βλάστηση από πεύκα, καρυδιές και καταπράσινα περιβόλια, στη συνέχεια, προς το χωριό, όπου είχαν ήδη φτάσει οι υπόλοιποι.
Το χωριό βρίσκεται στους πρόποδες του πανύψηλου και βροντερού Κέρκη ( Σάμος σημαίνει τόπος με ψηλά βουνά εξάλλου ) και ονομάστηκε έτσι από τις πολλές καστανιές που είχε κάποτε. Οι πρώτοι κάτοικοί του ήταν μάλλον Ηπειρώτες. Ιδιαίτερο το τοπίο για την αρχιτεκτονική του, τα όμορφα διώροφα σπίτια, τις όμορφες πλατείες με τα πανύψηλα πλατάνια, τις κρήνες και τις γούρνες, όπου έπλεναν τα ρούχα οι κυράδες στα χρόνια τα παλιά. Μείναμε εδώ λίγη ώρα για καφεδάκι, γλυκό του κουταλιού, βανίλια-υποβρύχιο, κούνια στον πλάτανο, μικρές βόλτες στα σοκάκια, επίσκεψη στην εκκλησιά, φωτογραφίες.
Συνεχίσαμε για τον γραφικό οικισμό του Μαραθόκαμπου, όπου κάναμε βόλτα ως την περίτεχνη κρήνη Λούγκα, με το φημισμένο για τη δροσιά και την ελαφράδα του νερό, περνώντας από το Κεντούρειο Δημοτικό σχολείο, το μνημείο των πεσόντων στους πρόσφατους πολέμους, τον Όσιο Αντώνιο, όπου κηρύχτηκε η επανάσταση τον Απρίλιο του 1821. Όμορφες οι εικόνες με τα γραφικά σοκάκια, τις μικρές πλατείες, τα παραδοσιακά πέτρινα σπίτια, έργα Ηπειρωτών μαστόρων κυρίως, που συναγωνίζονται το ένα το άλλο σε καθαριότητα, με τις πολλές παραδοσιακές βρύσες του χωριού, αφού το κεφαλοχώρι αυτό κτίστηκε σε σημείο με πολλές πηγές νερού. Αφού φωτογραφηθήκαμε στην πλατεία, όπου υπήρχε κάποτε η ταβέρνα
«Λούγκα» επιστρέψαμε στο πούλμαν « αποχαιρετώντας » και τον καπετάν Σταμάτη Γεωργιάδη, τον ήρωα του ΄21 που καταγόταν από το χωριό, του οποίου η προτομή βρίσκεται στην είσοδό του. Πιο δυτικά ακόμα βρίσκεται το Σπήλαιο του Πυθαγόρα, όπου, σύμφωνα με την παράδοση, κρύφτηκε ο φιλόσοφος διωκόμενος από τον τύραννο. Σήμερα πάει κανείς ως εκεί από άσφαλτο πλέον με αυτοκίνητο.
Κατεβήκαμε έπειτα, αφήνοντας στα δεξιά μας τη μεγάλη λιμνοδεξαμενή, στην παραλία Βοτσαλάκια στη μεγάλη αγκαλιά του Μαραθόκαμπου. Εκεί παραμείναμε για μπάνιο στα πεντακάθαρα και κρυστάλλινα νερά της απέραντης βοτσαλωτής παραλίας και γεύμα ως το απόγευμα, οπότε αναχωρήσαμε για το ξενοδοχείο μας και το βραδινό. Μετά από αυτό κάναμε βόλτα ως την σύγχρονη κεντρική πλατεία του λιμανιού, με τα όργανα γυμναστικής, όπου βγάλαμε φωτογραφίες. Επιστρέφοντας κάναμε μια στάση στην « καρέκλα ή θρόνο του Ρίτσου», όπως λέγεται, όπου επίσης φωτογραφηθήκαμε. Ο Γιάννης Ρίτσος, που περιορίστηκε στη Σάμο στα χρόνια της δικτατορίας, ως το 1970, συνήθιζε να κάθεται εδώ και να αγναντεύει τη θάλασσα. Γυρίσαμε αργά στο ξενοδοχείο για ξεκούραση.
Την επόμενη μέρα, Σάββατο, 2/7, ξεκινήσαμε για την περιήγησή μας στο αμφιθεατρικά χτισμένο Βαθύ, αφού κάναμε ένα «πέρασμα» από τον πανέμορφο οικισμό Κοκκάρι, το «κυκλαδίτικο» ψαροχώρι, όπου παράγονταν παλιότερα άφθονα μικρά κρεμμύδια. Στα 2 χλμ. από το Κοκκάρι βρίσκεται η πηγή «Μάνα», μια από τις αρχαιότερες του νησιού, και στην περιοχή της φύεται η ξακουστή σαμιώτικη ορχιδέα.
Στην πρωτεύουσα, από το 1854, και κυριότερο λιμάνι του νησιού, περπατήσαμε στον πεζόδρομο Λυκούργου Λογοθέτη, τον δρόμο της αγοράς, στα γραφικά σοκάκια, μέσα στον Δημοτικό Κήπο, περάσαμε από τον καθεδρικό ναό του Αγ. Σπυρίδωνα, όπου κηρύχτηκε η Ένωση στα 1912, φωτογραφηθήκαμε στην Πλατεία του Πυθαγόρα με το μαρμάρινο λιοντάρι στο λιμάνι και επισκεφθήκαμε το Αρχαιολογικό Μουσείο. Στεγάζεται σε δύο κτήρια, το παλιό, το « Πασχάλειον Αρχαιοφυλάκειον » και το νέο μουσείο, τη Γλυπτοθήκη, όπου ξεχωριστή θέση κατέχει ο πανύψηλος αρχαϊκός κούρος ( 5,5 μ. ), ανάμεσα σε άλλα σημαντικά επίσης γλυπτά έργα της εποχής. Στο παλιό μουσείο βλέπει κανείς εξαίσια δείγματα κεραμικής, μικροτεχνίας, νομισμάτων από τους αρχαϊκούς χρόνους ως την ύστερη αρχαιότητα.
Αξιοπρόσεκτα τα παλιά νεοκλασικά κτίσματα με τις κεραμοσκεπές, τα σαχνισιά τους, τις ξυλόγλυπτες πόρτες και τους φεγγίτες. Τόσο τα ιδιωτικά όσο και τα δημόσια κτίσματα του Βαθέος έχουν δανειστεί στοιχεία από μακεδονικά και μικρασιατικά κτήρια, αλλά φαίνονται και οι επιδράσεις από ευρωπαϊκά πρότυπα επίσης. Η βόλτα στη γραφική παραλιακή λεωφόρο Θεμ. Σοφούλη μας πρόσφερε επίσης αξιόλογες εικόνες με τη Δημοτική Πινακοθήκη και Βιβλιοθήκη, το άγαλμα του Θεμιστοκλή Σοφούλη, κυβερνήτη του νησιού και πρωτεργάτη της ένωσής του με την Ελλάδα στα 1912, το Μητροπολιτικό Μέγαρο, όπου στεγάζεται το Βυζαντινό και Εκκλησιαστικό Μουσείο, με τη θέα κυρίως προς τον λόφο του Άνω Βαθέος, του παλιού διατηρητέου χωριού αλλά και προς όλη την υπόλοιπη Σάμο, όπως ακριβώς ονομάζεται από το 1858 όλη η περιοχή του λιμένα.
Φύγαμε έπειτα από την ολιγόωρη επίσκεψή μας στη σύγχρονη πρωτεύουσα για τη Μονή Αγίας Ζώνης, στα ανατολικά του νησιού, στην κοιλάδα της Βλαμαρής. Κτίστηκε στα τέλη του 17ου αι. και διαθέτει ξυλόγλυπτο τέμπλο, κάποιες τοιχογραφίες και αξιόλογη συλλογή από ιερά σκεύη. Το καθολικό έχει σχήμα μονόκλιτης θολωτής βασιλικής με τρούλο και μικρό καμπαναριό. Ενδιαφέρων ο αύλειος χώρος με πολλά και υγιέστατα λουλούδια, γύρω από τον οποίο απλώνονται πολλά διώροφα κελιά. Μας « τρατάρανε » το παραδοσιακό φίλεμα, ένα καλοκαιρινό ζαχαρωτό, και αποχωρήσαμε.
Στον κατάφυτο κόλπο της Κέρβελης καταλήξαμε για το μπάνιο της ημέρας. Πεντακάθαρα τα νερά που μας φιλοξένησαν, όπως εξάλλου σε όλες τις παραλίες που γνωρίσαμε στις διακοπές μας, νόστιμα και οι τοπικές λιχουδιές που γευτήκαμε.
Επιστρέψαμε στο ξενοδοχείο αργά το απόγευμα, ξεκουραστήκαμε και μετά το δείπνο κάναμε πρώτα μια επίσκεψη στον ναό του Αγ. Νικολάου, όπου εκείνη την ώρα γινόταν ένας γάμος. Ανηφορίσαμε στη συνέχεια για τη βόλτα μας στην καρδιά του Νέου Καρλοβάσου, του αστικού κέντρου των Καρλοβασίων, με τα εμπορικά καταστήματα, την έδρα της Μαθηματικής Σχολής, την κεντρική πλατεία με το Δημαρχείο, την Πορφυριάδα Σχολή, όπου σήμερα λειτουργεί Δημοτικό Σχολείο, τη Χατζηγιάννειο Βιβλιοθήκη, το νεοκλασικό κτήριο της ιστορικής Εμπορικής Σχολής, την Κινηματογραφική Λέσχη. Ανηφορίσαμε ως την εκκλησία της Παναγιάς, τα παλιά υδραγωγεία, το Ηγεμονικό Μέγαρο, από την εποχή που στη Σάμο επικρατούσε το καθεστώς της Ηγεμονίας ( 1835 -1912 ), ως ψηλά στον άγιο Τρύφωνα, στην κορυφή του λόφου, πολύ πιο πάνω από τον Μητροπολιτικό ναό της Κοίμησης της Θεοτόκου.
Στην πολύβουη πάντα πλατεία απολαύσαμε γλυκάκι, παγωτάκι ή ένα αναψυκτικό, παρέα με ντόπιους και τουρίστες, και επιστρέψαμε « χορτάτοι» κι από αυτή τη μέρα στο ξενοδοχείο για ανάπαυση.
Κυριακή, 3/7, πήραμε τον δρόμο για Πύργο, το χωριό με τα περιποιημένα καλντερίμια και τα παλιά σαχνισιά και τους … παραδοσιακούς λουκουμάδες, που λέγεται πως ονομάστηκε έτσι είτε γιατί κάποτε υπήρχε εδώ ένας πύργος είτε γιατί, την περίοδο του εποικισμού, εγκαταστάθηκαν εδώ άνθρωποι από τον Πύργο της Ηλείας ή της Τήνου. Μετά την πτώση του Βυζαντίου το νησί έμεινε για μια μεγάλη περίοδο σχετικά έρημο και ξανακατοικήθηκε από τον 16ο αι., χάρη σε ένα οθωμανικό πρόγραμμα εποικισμού με την άδεια του Σουλτάνου Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς, μετά το 1550. Την πρωτοβουλία έλαβε ο ναύαρχος Κιλίτζ Αλής και βοηθήθηκε σ΄ αυτό το πρόγραμμα από τον Πάτμιο Νικόλαο Σαρακίνη. Από τότε το νησί απέκτησε προνόμια και απαγορεύθηκε η εγκατάσταση μουσουλμάνων στο έδαφός του. Περιφερειακά επίσης περάσαμε και από τους Κουμαραδαίους, το χωριό της κουμαριάς και των υφαντών, του οποίου η ίδρυση ανάγεται στα 1400. Οι κουμαριές φυσικά αφθονούν στην περιοχή και κάποτε όλα τα σπίτια εδώ διέθεταν αργαλειούς.
Στον δρόμο για Μύλους είδαμε από ψηλά τη Μονή Μεγάλης Παναγιάς ή «των πέντε σπιτίων», σε μια πολύ ωραία περιοχή, με φοβερή θέα προς τον κάμπο της Χώρας, το Πυθαγόρειο ως πέρα στο βουνό Μυκάλη, απέναντι στη Μ. Ασία. Κτίστηκε το 1856 και είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Διαθέτει εντυπωσιακή μαρμάρινη πλακόστρωση στο εσωτερικό της και ξυλόγλυπτο επιχρυσωμένο τέμπλο και, λόγω του πλούτου της , δέχτηκε πολλές επιδρομές και λεηλασίες κατά καιρούς.
Πηγαίνοντας προς το Ηραίο σταματήσαμε για λίγο κοντά στον Πύργο του Σαρακίνη. Το κτίσιμό του ολοκληρώθηκε το 1577, για το φόβο των πειρατών και λόγω των περιστάσεων, στις εκτεταμένες εκτάσεις που δώρισε στον Πάτμιο καπετάνιο ο Τούρκος ναύαρχος για τη βοήθειά του στον εποικισμό του νησιού. Είναι επιβλητικός, διαθέτει 3 ορόφους, επάλξεις και έχει έντονο φρουριακό χαρακτήρα. Σήμερα ανήκει στην Ιερά Μονή Πάτμου. Σειρά είχε ο αρχαιολογικός χώρος του Ηραίου, το μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της Unesco. Εδώ λατρευόταν η θεά Ήρα, η οποία, σύμφωνα με την παράδοση, γεννήθηκε στις όχθες του ποταμού Ίμβρασσου, όπου και έλαβε χώρα η ιερογαμία, ο γάμος της δηλαδή με τον Δία. Λέγεται πως η λατρεία της ήρθε μαζί με τους Ίωνες που κατοίκησαν το νησί από την Αργολίδα. Ο ναός της ήταν ίσως ο μεγαλύτερος στην Ελλάδα τα χρόνια εκείνα και κτίστηκε από τον Σάμιο αρχιτέκτονα Ροίκο. Ήταν δίπτερος ιωνικού ρυθμού και είχε 155 τεράστιους κίονες, από τους οποίους μόνο ένας είναι σήμερα κατά το ήμισυ αναστυλωμένος. Εντύπωση κάνει ο μεγάλος βωμός στα ανατολικά του ναού, καθώς επίσης και η Ιερά Οδός, ο δρόμος που οδηγούσε από την αρχαία πόλη της Σάμου, δηλαδή το σημερινό Πυθαγόρειο, στο Ιερό. Στον ίδιο χώρο βλέπει κανείς τις Θέρμες, την Παλαιοχριστιανική Βασιλική, τον ρωμαϊκό οικισμό. Τα ευρήματα του Ηραίου, πήλινα και άλλα αναθήματα κυρίως στην Ήρα, τα είχαμε ήδη θαυμάσει στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Βαθέος την προηγούμενη.
Μετά το Ηραίο φύγαμε για την κωμόπολη των Μυτιληνιών, περνώντας από τη Χώρα, την παλιά πρωτεύουσα του νησιού μέχρι το 1854. Παραδοσιακός ο οικισμός με πλακόστρωτα στενά και παλιά κτήρια, όπως το Ηγεμονείο της πλατείας Μεσακής, κάποτε έσφυζε από ζωή … Το λιμάνι τότε ήταν το Τηγάνι, το σημερινό Πυθαγόρειο. Οι Μυτιληνιοί βρίσκονται σε μια κατάφυτη κοιλάδα, περιβάλλονται από παντού από λόφους και είναι ένα από τα μεγαλύτερα και πλέον αξιόλογα χωριά. Πήραν το όνομά τους από τους πρώτους κατοίκους που εγκαταστάθηκαν εδώ από τη Μυτιλήνη. Επισκεφθήκαμε το φημισμένο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας, στο Παλαιοντολογικό τμήμα του οποίου εκτίθενται πολλά απολιθώματα οστών μικρών και μεγάλων θηλαστικών, ευρήματα των ανασκαφών που ξεκίνησαν στο νησί από τα τέλη του 19ου αι. Σε ειδική προθήκη του ζωολογικού τμήματος εκτίθεται το γνωστό από το μυθιστόρημα της Άλκης Ζέη « Καπλάνι της βιτρίνας », ένα αιλουροειδές, το οποίο πέρασε στη Σάμο από την απέναντι ακτή της Μ. Ασίας πριν από 150 χρόνια. Το μουσείο διαθέτει ακόμα σπάνια ορυκτά και πετρώματα, όστρακα, ομοιώματα ψαριών, ερπετών και αμφίβιων, καθώς και βότανα της χλωρίδας του Αιγαίου.
Κατηφορίσαμε έπειτα προς το Πυθαγόρειο, όπου παραμείναμε για μία και πλέον ώρα, για επίσκεψη στο υπερσύγχρονο Αρχαιολογικό Μουσείο και βόλτες στα υπόλοιπα αξιοθέατα και το λιμάνι. Το Μουσείο ιδρύθηκε μέσα στον χώρο της αρχαίας αγοράς, μέρος της οποίας μπορεί να δει κανείς στην αυλή του. Σε αυτό εκτίθενται πολλά αγγεία, γλυπτά, έργα μικροτεχνίας, νομίσματα, αντικείμενα της ευρύτερης περιοχής, που παρουσιάζουν αναλυτικά την ιστορία του νησιού από την 4η χιλιετία π.Χ. μέχρι και τον 7ο αι. μ.Χ.
Το Πυθαγόρειο είναι κτισμένο πάνω στα ερείπια της αρχαίας πόλης και πιο συγκεκριμένα στη θέση που βρισκόταν το αρχαίο λιμάνι του τυράννου του 6ου αι. π.Χ. Πολυκράτη. Στα 2 χλμ. βρίσκεται το περίφημο σε όλο τον κόσμο Ευπαλίνειο όρυγμα, το όγδοο θαύμα της αρχαιότητας, το υδραγωγείο που, με εντολή του τυράννου και σχέδια του Μεγαρέα μηχανικού Ευπαλίνου, κατασκευάστηκε στα μέσα του 6ου αι., για να υδρεύσει την πόλη. Το αξιοσημείωτο με τη σήραγγα αυτή είναι ότι η διάνοιξή της ξεκίνησε ταυτόχρονα και από τις δύο πλευρές του βουνού και οι εργάτες συναντήθηκαν σχεδόν στο μέσον της απόστασης με πολύ μικρή απόκλιση. Δυστυχώς αυτό το αριστούργημα της αρχαίας τεχνικής και τεχνολογίας είναι από χρόνια κλειστό και μόνο από μακριά εντοπίσαμε τη νότια κτιστή είσοδό του. Διακρίναμε όμως ψηλά στο βουνό τα Πολυκράτεια τείχη, που έφταναν ως τη θάλασσα, αλλά καταστράφηκαν σημαντικά το 439 π.Χ., οπότε οι Αθηναίοι πολιόρκησαν για 9 μήνες τη Σάμο, επειδή θέλησε να αποστατήσει από την Αθηναϊκή Συμμαχία. Στον λόφο επίσης βρίσκονται ερείπια του αρχαίου θεάτρου και πιο χαμηλά η αγορά, ιερά και ρωμαϊκά λουτρά. Και φυσικά εδώ δεσπόζει και η Μονή Σπηλιανής, με το εκκλησάκι της Παναγιάς των Εισοδίων μέσα σε μια μεγάλη σπηλιά. Από τους ντόπιους η Σπηλιανή λέγεται και Καληαρμένισσα.
Στο Πυθαγόρειο είδαμε ακόμα υπολείμματα του ιερού της Αφροδίτης και της Άρτεμης. Και ο Διόνυσος λατρεύτηκε στο νησί, αφού, σύμφωνα με την παράδοση, οι Σαμιώτες τον βοήθησαν να αντιμετωπίσει τις Αμαζόνες, όταν τον καταδίωκαν. Για να τους ευχαριστήσει, τους δίδαξε την καλλιέργεια της αμπέλου. Γι΄αυτό και η Σάμος φημίζεται για το κρασί της.
Επισκεφθήκαμε τον Πύργο του Λυκούργου Λογοθέτη, δίπλα στον ναό της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος, που κτίστηκε με φαρδιούς τοίχους και μικρά παράθυρα, στα 1824, πάνω σε παλαιά κτίσματα της αρχαίας εποχής και αποτέλεσε το αμυντικό φρούριο των επαναστατών και αρχηγείο του Λογοθέτη. Σήμερα λειτουργεί ως Βυζαντινό Μουσείο. Είναι ανοικτός μόνο την Κυριακή και βρίσκεται εντός του βυζαντινού κάστρου. Κάναμε βόλτες στο πολυσύχναστο λιμάνι, όπου σώζονται ακόμα ίχνη του λιμένα της εποχής του Πολυκράτη, της χρυσής εποχής του νησιού, φωτογραφηθήκαμε μαζί με τον Πυθαγόρα και το « θεώρημά » του, έργο του γλύπτη Ίκαρη, δίπλα σχεδόν στο μνημείο των πεσόντων. Από την πλευρά αυτή η θέα προς όλο το υπόλοιπο λιμάνι του Πυθαγορείου είναι εξαιρετική!
Αφού πήραμε καφεδάκι στο χέρι, νεράκι και κάποιο δροσιστικό, μια και η ζέστη ήταν δυνατή, αναχωρήσαμε για μπάνιο στο Ποτοκάκι, δυτικά του Πυθαγορείου και δίπλα σχεδόν στο αεροδρόμιο του νησιού, που φέρει το όνομα μιας άλλης σημαντικής προσωπικότητας της αρχαίας Σάμου, του αστρονόμου Αρίσταρχου. Πολύ κοντά μας και οι δυο Γλυφάδες, οι λίμνες όπου συχνάζουν πολλά μεταναστευτικά πουλιά. Δροσερή κι εδώ η θάλασσα, όπως εξάλλου και σε όλες τις παραλίες στα νότια του νησιού, μας δέχτηκε στην αγκαλιά της και αποζημιωθήκαμε για την κάψα του μεσημεριού … Νωρίς το απόγευμα φύγαμε, περνώντας πάλι από τη Χώρα, για Κουμαραδαίους και το εργαστήριο αγγειοπλαστικής του Τίμου Χατζηλαγού, όπου μας έγινε επίδειξη της δίκαιης κούπας του Πυθαγόρα και της κατασκευής της. Η κούπα της ισορροπίας και του μέτρου ή της ελευθερίας, όπως είναι επίσης γνωστή, είναι ίσως το πιο γνωστό « κεραμικό» της Σάμου, ένα πήλινο ποτήρι που αδειάζει κατά έναν μαγικό τρόπο, όταν εκείνος που το κρατάει θέλει να πιει περισσότερο από όσο πρέπει. Παρακολουθήσαμε επίσης την κατασκευή αγγείων στον κεραμικό τροχό και στη συνέχεια αγοράσαμε διάφορα κεραμικά.
Ικανοποιημένοι που για άλλη μια φορά αποδειχτήκαμε … ικανοί καταναλωτές, φύγαμε για ένα από τα παλαιότερα χωριά του νησιού ( 1600 ), τον Πλάτανο, το χιλιοτραγουδισμένο χωριό της Σάμου με το ονομαστό νερό, στα 550 μ. Έγινε αμέσως αισθητή η διαφορά θερμοκρασίας! Στο πλατανιώτικο νερό αποδίδονται ιδιότητες θεραπευτικές σε βαθμό μάλιστα που να … ξυπνούν κι οι πεθαμένοι. Εδώ γευματίσαμε σε ταβέρνα με εξαιρετική θέα προς όλο τον Μαραθόκαμπο στα νότια αλλά και προς τα βόρεια, όπου αχνοφαινόταν το Καρλόβασι. Γεμάτη αμπελώνες όλη η πλαγιά που ανεβήκαμε, γεμάτος λουλουδιασμένες αυλές και δέντρα ο Πλάτανος, στην κεντρική πλατεία του οποίου βρίσκεται και η περιβόητη κρήνη. Ολόγυρα μικρά μαγαζάκια για καφέ, φαγητό ή κάποιο ενθύμιο. Ανηφορίσαμε ως την παμπάλαιη εκκλησιά της Παναγιάς, το εντυπωσιακότατο Δημοτικό Σχολείο και το μνημείο της Αντίστασης δίπλα του, περπατήσαμε στα στενά δρομάκι, πιάσαμε κουβέντα με τους φιλόξενους κατοίκους του χωριού. Αφού είδαμε και το ηλιοβασίλεμα από ένα κατάλληλο σημείο και βγάλαμε φωτογραφίες, μπήκαμε στο πούλμαν και φύγαμε για το κατάλυμά μας. Αργότερα κάναμε μια βόλτα ως το Μεσαίο Καρλόβασι για « χώνεψη », με τη γραφική πλατεία της 8ης Μαΐου 1821 ανάμεσα σε σπίτια παραδοσιακής αρχιτεκτονικής και τα ταβερνάκια κάτω από πανύψηλα και σκιερά δέντρα. Κάπου εκεί ανάμεσα και η προτομή του αρχιεπίσκοπου Κύριλλου, από τους πρωτεργάτες της Επανάστασης στο νησί μαζί με τον Λογοθέτη. Λίγο πιο κάτω από την πλατεία η μεγαλοπρεπής εκκλησία των Εισοδίων, κλειστή δυστυχώς, ήταν φωταγωγημένη πλήρως, ώστε να διακρίνεται από πολύ μακριά.
Δευτέρα, 4/7 και η μαγευτική Σαμιοπούλα ( = η μικρή Σάμος ) μας περίμενε! Κατεβήκαμε λοιπόν με τον κατάλληλο εξοπλισμό ως τον Όρμο Μαραθοκάμπου. Δροσερό το αεράκι, ελαφρό το κυματάκι που μας έφερε ως το νησάκι σε μιάμιση περίπου ώρα, ως τον όρμο της Ψαλλίδας, όπου αράξαμε. Μετά από μικρή πεζοπορία φτάσαμε στον όρμο Κατσακά, στα καταγάλανα και ολοκάθαρα τυρκουάζ νερά του οποίου κολυμπήσαμε. Μικροί αλλά φιλόξενοι οι κέδροι που υπήρχαν εκεί, αφού μας πρόσφεραν τη σκιά τους και μας κέρασαν … κεδροκούκουτσα, για να αρωματίσουμε τα φαγητά μας! Κάποιοι επιχείρησαν να προσεγγίσουν τα δυο εκκλησάκια που υπάρχουν στο νησί, της Αγ. Πελαγίας και της Αναλήψεως, αλλά τα συρματοπλέγματα τους εμπόδισαν. Εκεί κοντά λειτουργούσε κάποτε ταβέρνα και υπήρχαν μικρά καταλύματα. Επιστρέψαμε το απογεματάκι με μεγαλύτερο κυματισμό και περισσότερη δροσούλα στον Μπάλο για το γεύμα μας. Όσοι ήθελαν έκαναν κι άλλο ένα μπάνιο σε αυτήν την όμορφη παραλία με βότσαλο και άμμο. Με το καραβάκι πάλι γυρίσαμε στη βάση μας, στον Όρμο, πήραμε το πούλμαν και φύγαμε για το ξενοδοχείο μας. Μικρή βόλτα το βραδάκι και ύπνος!
Τρίτη, 5/7 και η μέρα μας χαλαρή! Για μπάνιο όλη μέρα και φαγητό ως τις 6 το απόγευμα στον Κάμπο Μαραθόκαμπου. Είχαμε φτάσει πιο πριν ως την παραλία του Λιμνιώνα για ανίχνευση, αλλά προτιμήσαμε τα Βοτσαλάκια πάλι.
Μετά το δείπνο στο ξενοδοχείο αποφασίσαμε να πραγματοποιήσουμε έναν στόχο που είχαμε βάλει από την προηγούμενη μέρα, να ανέβουμε δηλαδή ως επάνω στο Παλαιό Καρλόβασι, έναν από τους πιο παραδοσιακούς οικισμούς του νησιού, στον λόφο της Αγ. Τριάδας. Από την εκκλησιά-σύμβολο του Παλιού, στη γειτονιά «Ακαμάτρα» είχαμε την καλύτερη θέα προς όλα τα Καρλοβάσια. Φτάσαμε στην πλατεία περνώντας από γραφικά πλακόστρωτα σοκάκια, εκκλησιές με όμορφα καμπαναριά, όπως αυτή της Παναγίας με τις εξαιρετικές εικόνες, καθώς λένε, και αρχοντόσπιτα αλλά και μικρά και ταπεινά σπιτάκια. Το Παλιό είναι κτισμένο περιμετρικά του λόφου και κατοικείται συνεχώς από τον 16ο αι. Σχεδόν δεν φαίνεται από τη θάλασσα έτσι όπως είναι απλωμένο μέσα σε ρεματιά με πλατάνια και δάφνες. Μετά από αυτόν τον οικισμό η επέκταση έγινε προς το Μεσαίο και έπειτα προς το Νέο ( μετά τον χείμαρρο, « το Μεγάλο Ρέμα »), και τον Όρμο. Αυτό αποτελεί και το ενδιαφέρον εξάλλου στο Καρλόβασι, το ότι δηλαδή, ενώ θεωρείται ενιαία πόλη, διαθέτει αυτή την ιστορική και γεωγραφική ιδιομορφία.
Τετάρτη, 6/7 και ήρθε η ώρα για την πρώτη μας πεζοπορία, στη « Ρεματιά των Αηδονιών », πάνω από τον Άγιο Κων/νο, το παραθαλάσσιο χωριό με το όμορφο λιμανάκι. Προορισμός μας οι Μανωλάτες, « το μπαλκόνι στο Αιγαίο », ένας παραδοσιακός οικισμός κτισμένος στα 340 μ. στην πλαγιά του όρους Καρβούνη (αλλιώς Άμπελος), ο οποίος πήρε το όνομά του από κάποιον Μανώλη ή Μανωλά, που εγκαταστάθηκε εκεί το 1794. Όσοι δεν ήθελαν να πεζοπορήσουν ανέβηκαν στο χωριό με ταξί, ενώ η ίδια επιλογή υπήρχε και για εκείνους που δεν επιθυμούσαν να κατέβουν και πάλι με τα πόδια ως το σημείο εκκίνησης. Η διαδρομή μαγευτική, με αιωνόβια πλατάνια μέσα στα άφθονα νερά της ρεματιάς και άλλα δέντρα που έχουν ντυθεί από κισσούς και φτάνουν ως και τα 15 μ. ύψος. Οι μελωδίες των πουλιών και η γαλήνη της περιοχής αφήνουν συνήθως άφωνους τους επισκέπτες της περιοχής. Το μικρό λεωφορείο μας πήγε μέχρι τα πλατανάκια και τα αηδόνια και στη συνέχεια πήραμε το ανηφορικό μονοπάτι και αφού περάσαμε από πλατάνια , αμπέλια , νερά, βρύσες και μικρά εκκλησάκια φτάσαμε ύστερα από μιάμιση ώρα στο χωριό. Στους Μανωλάτες κάναμε βόλτες στα γραφικά και λουλουδιασμένα σοκάκια, παρατηρώντας τα διατηρημένα παλιά σπίτια, ήπιαμε νερό από την παλιά μαρμάρινη κρήνη, που σήμερα βρίσκεται « σκλαβωμένη » στο χώρο μιας ταβέρνας του χωριού, ενώ κάποτε διέθετε και πλυσταριά ολόγυρα, και καθίσαμε στην πλατεία για καφεδάκι, γλυκάκι ή ένα μεζέ.Στα στενάκια συναντήσαμε διάφορα μικρά μαγαζάκια με χειροποίητα είδη, πραγματικά καλλιτεχνήματα, και τοπικά προϊόντα. Εύκολα συμπεραίνει κανείς τις καλλιτεχνικές πτυχές της προσωπικότητας των κατοίκων του χωριού, αφού μάλιστα δεν είναι λίγοι και οι αλλοδαποί που επέλεξαν ως τόπο κατοικίας τους το κουκλίστικο χωριό!
Στη συνέχεια πήραμε το μονοπάτι προς Βουρλιώτες και στη ρεματιά στρίψαμε δεξιά στον τσιμεντόδρομο , δίπλα στο ποταμάκι όπου είχαμε αρκετή σκιά, γιατί ήταν πλέον μεσημέρι και επιστρέψαμε από το ίδιο μονοπάτι. Στο δρόμο μας επισκεφτήκαμε και ένα όμορφο παλιό εκκλησάκι σε εγκαταλειμμένο οικισμό, λίγο μετά τους Μανωλάτες, και ύστερα κατηφορίσαμε για τα Αηδόνια, όπου μας περίμενε το πούλμαν.
Αφού συγκεντρωθήκαμε πάλι όλοι μαζί, φύγαμε για την παραλία Αυλάκια, όπου κάναμε το μπάνιο μας, γιατί η παραλία Τσαμπού δεν μας επέτρεπε να τη γνωρίσουμε, λόγω του αέρα που φυσούσε εκείνη τη μέρα. Γευματίσαμε στο ξενοδοχείο μας το μεσημέρι, ξεκουραστήκαμε λίγο και αναχωρήσαμε το απόγευμα για το πανηγύρι της Αγ. Κυριακής, στο χωριό της Αγ. Κυριακής, πάνω από τον Λιμνιώνα, στα δυτικά του νησιού. Λίγο πριν δύσει ο ήλιος και, αφού φτάσαμε με το πούλμαν ως την περιοχή της Μουρτερής, βρισκόμαστε στο εκκλησάκι που γιόρταζε και όπου η προσέλευση ήταν μεγάλη. Παρών και ο Μητροπολίτης Σάμου. Η λειτουργία τελείωνε εκείνη την ώρα και μοίραζαν στους πιστούς τη « γιορτή », όπως λένε στη Σάμο, δηλαδή κόλλυβα, άρτο και λουκουμάδες. Μετά το προσκύνημα κατεβήκαμε στην πλατεία, όπου σε λίγο άρχισαν τα όργανα… Τα σουβλάκια ψήνονταν στο μεταξύ και το κρασάκι έφερε την ευθυμία, με αποτέλεσμα το χοροστάσι να γεμίσει από τους συμποσιαστές, που παρασύρονταν στους ρυθμούς του συρτού.
Πολύ αργά πήγαμε στο κρεβατάκι μας για ύπνο – και δυστυχώς κυρίως για εκείνους τους « 9 ΓΕΝΝΑΙΟΥΣ » που θα σηκώνονταν στις 5 τα χαράματα για την πεζοπορία στις παραλίες Μικρό και Μεγάλο Σεϊτάνι.
Στο Μικρό Σεϊτάνι, παραδεισένια παραλία, στην οποία καταλήγει ένα μικρό όμορφο φαράγγι, φτάνει κανείς αποκλειστικά με τα πόδια, μια ώρα περπάτημα από το Ποτάμι. Στο Μεγάλο Σεϊτάνι, μια εξωτική και γαλήνια παραλία απαράμιλλου φυσικού κάλλους, καταλήγει το μεγάλο φαράγγι που ξεκινά από το Κακοπέρατο. Τα επιβλητικά βράχια που συναντάς μετά το Μικρό δίνουν τη θέση τους σε μια ευρύχωρη και μαγευτική αμμουδιά. Η παραλία προστατεύεται από το πρόγραμμα Natura 2000.
Πέμπτη, 7/7, της Αγ. Κυριακής, στις 5 το πρωί τα ταξί μας πήγαν στο ποτάμι και, πριν ξημερώσει ακόμα, ανηφορίζαμε στο μονοπάτι για το μικρό και το μεγάλο Σεϊτάνι. Σπάνια εμπειρία νωρίς το πρωί με δροσούλα, οπότε σιγά-σιγά ξυπνάει η φύση και ακούγονται τα πρώτα κελαηδίσματα των πουλιών, να περπατάς στο μονοπάτι λίγο ψηλότερα από τη θάλασσα και να ακούς το κύμα να κτυπάει στα βράχια του Κέρκη.
Σε μια ώρα περίπου φτάσαμε στο μικρό Σεϊτάνι, ένα μικρό κολπάκι με τεράστιους βράχους. Περνώντας από ένα μικρό άνοιγμά τους βλέπεις μια μικρή σπηλιά που δημιουργήθηκε από τα δυνατά κύματα. Η θάλασσα είχε αρκετά κύματα και δεν μας επέτρεψε να κολυμπήσουμε εδώ, αλλά, όταν φτάσαμε στο μεγάλο Σεϊτάνι, όπου η θάλασσα ήταν πιο ήρεμη, βουτήξαμε και δροσιστήκαμε. Εδώ συναντήσαμε αρκετούς κατασκηνωτές μέσα στο δάσος με τους κέδρους αλλά και μικρά σπιτάκια, όπου κάποιοι έρχονται να περάσουν μερικές ήσυχες και ανέμελες μέρες κοντά στη φύση. Η επιστροφή μας έγινε από το ίδιο μονοπάτι με μια μικρή στάση στο μικρό Σεϊτάνι για φωτογραφίες και σε δύο ώρες περίπου μας πήρε το πούλμαν από το ποτάμι και μας πήγε στο ξενοδοχείο για πρωινό.
Όσοι δεν πεζοπόρησαν σηκώθηκαν αργότερα, πήραν το πρωινό τους και, όσοι ήθελαν, έκαναν μια τελευταία βόλτα στην περιοχή της Ρίβας με τα νεοκλασικά αρχοντικά και τα βυρσοδεψεία για φωτογράφιση και για να περάσει η ώρα, ωσότου επιστρέψουν οι πεζοπόροι. Πήραν κι αυτοί το πρωινό τους στις 9:30 και όλοι μαζί φύγαμε για την περιοχή Μαλαγάρι, όπου βρίσκεται το Μουσείο Οίνου στη μία από τις δύο κύριες εγκαταστάσεις της Ένωσης Οινοποιητικών Συνεταιρισμών Σάμου. Ξεναγηθήκαμε πολύ αναλυτικά από κάποιον αρμόδιο σε όλους τους χώρους του Μουσείου, δοκιμάσαμε διάφορα κρασιά και αγοράσαμε μερικά από το πωλητήριο. Κατευθυνθήκαμε έπειτα προς το Βαθύ και το Πυθαγόρειο στη συνέχεια, όπου παραμείναμε για μιάμιση ώρα περίπου, ώστε να συμπληρώσουμε την επίσκεψή μας τόσο στον χώρο του Κάστρου, του Πύργου του Λογοθέτη και του εντυπωσιακού ναού της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος και εσωτερικά, στα προσεγμένα σοκάκια του, όσο και στο ίδιο το λιμάνι με τα ιστιοφόρα, την προβλήτα με το άγαλμα του Πυθαγόρα και τις λοιπές ομορφιές αυτού του « απόλυτου » τουριστικού κέντρου.
Για μπάνιο προτιμήσαμε, αντί της Ψιλής Άμμου Πυθαγορείου, που είχε επιλεγεί αρχικά, λόγω του αέρα και πάλι, την παραλία της Μυκάλης, ανατολικότερα, πέρα από το έλος του Μεσόκαμπου, στις καλαμιές του οποίου βρίσκουν καταφύγιο πολλά μεταναστευτικά πτηνά. Εδώ στο στενό της Μυκάλης, στον επταστάδιο πορθμό των αρχαίων, που χωρίζει την Ελλάδα από την Τουρκία, έγινε στα 479 π.Χ. η περιώνυμη ναυμαχία, η οποία έδωσε τέλος στους Περσικούς πολέμους. Και μια άλλη ναυμαχία έλαβε χώρα εδώ στα χρόνια της Επαν/σης, το 1824.
Η απέραντη αυτή παραλία δύσκολα επηρεάζεται από τους ανέμους, είναι γαλήνια, με βότσαλο και άμμο και σχετικά ζεστά νερά. Εκεί γευματίσαμε κιόλας και, φεύγοντας, ο οδηγός μας πήγε ως την Αλυκή , τον υδροβιότοπο, όπου βλέπει κανείς πολλά πουλιά φλαμίνγκος, ερωδιούς, κύκνους και αγριόπαπιες την εποχή της μετανάστευσης. Εμείς μπορέσαμε να δούμε μόνο ερείπια παλιών κτηριακών εγκαταστάσεων και κατεστραμμένα μηχανήματα από τον καιρό που οι αλυκές παρείχαν πρώτης ποιότητας αλάτι ως το 1965, οπότε έπαψαν να λειτουργούν. Στο βάθος απέναντι, κοντά στις Τουρκικές ακτές, βλέπαμε την ελληνική βραχονησίδα με τον Άγ. Νικόλαο και τον φάρο.
Παρασκευή, 8/7, μετά το πρωινό μας, φύγαμε όλοι μαζί προς τα δυτικά, περάσαμε από το πρωτότυπο αρχιτεκτονικά εκκλησάκι του Αγ. Ιωάννη στον λόφο και φτάσαμε στο Ποτάμι, την πασίγνωστη παραλία, σύμβολο του Καρλοβάσου. Εδώ θα κολυμπούσαμε, αν ο καιρός μας το επέτρεπε. Δυστυχώς όμως αυτό δεν ήταν δυνατόν λόγω των κυμάτων. Στην παραλία αυτή καταλήγει το Ποτάμι με τους καταρράκτες, που πηγάζει από τις κατάφυτες πλαγιές του Κερκετέα. Ακολουθήσαμε την πινακίδα προς Καταρράκτες και τον Ναό Μεταμόρφωσης του Σωτήρος και φτάσαμε από ένα καλοδιατηρημένο μονοπάτι στον Ιερό ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, που ονομάζεται και Παναγία του Ποταμιού και τιμάται πλέον στη γιορτή της Μεταμόρφωσης. Εξάλλου η Μεταμόρφωση του Σωτήρος θεωρείται επίσημη τοπική εορτή, από τη στιγμή που το νησί σώθηκε από τον Σωτήρα στα χρόνια της Επαν/σης. Λέγεται ότι η εκκλησία κτίστηκε τον 13ο αι., αλλά δεν αποκλείεται να είναι και προγενέστερη ( του 11ου ), ίσως η παλιότερη του νησιού. Τα καλαίσθητα κιονόκρανα στο εσωτερικό ίσως ανήκουν σε παλαιοχριστιανική βασιλική. Στην ίδια περιοχή υπάρχουν και τα ερείπια του ενετικού κάστρου, από την εποχή των Γενοβέζων. Οι περισσότεροι ανέβηκαν τα ξύλινα σκαλιά ως την καφετέρια-ταβέρνα, που υπάρχει στην κορυφή και έφτασαν στον πρώτο καταρράκτη, ενώ 6 μόνο επιχείρησαν να φτάσουν μέχρι και τον 2ο μεγαλύτερο καταρράκτη, τα νερά του οποίου πέφτουν από ύψος 5 περίπου μέτρων και δημιουργούν ένα απόλυτα εξωτικό σκηνικό! Με το μαγιό και κολυμπώντας σε άπατα νερά σε κάποιες βάθρες, σκαρφαλώνοντας πολλές φορές σε γλιστερά βράχια, χρησιμοποιώντας σκοινί με κόμπους, έφτασαν σε 20΄ στην ψηλότερη λαγούνα και επέστρεψαν έπειτα ως κάτω, στο σημείο, όπου αρχίζουν τα σκαλοπάτια. Απολαυστικό το θέαμα και η εμπειρία μοναδική για όσους το δοκίμασαν! Η επιστροφή έγινε σταδιακά μέχρι το πούλμαν, το οποίο μας έφερε στο Μουσείο Βυρσοδεψίας, όπου η φύλακας μας έκανε σύντομη ξενάγηση, κάνοντας αναφορά στην εποχή της βιομηχανικής ανάπτυξης και της ακμής των βυρσοδεψείων της Σάμου, μεταξύ των ετών 1880 και 1930, οπότε στην περιοχή της Ρίβας λειτουργούσαν 50 περίπου επιχειρήσεις με 300 εργαζόμενους. Γι΄ αυτούς μάλιστα υπήρχε και ιππήλατο τραμ, όπως δείχνουν φωτογραφίες της εποχής, όπως είδαμε και στο βίντεο που προβάλλεται στο Μουσείο. Μας εξήγησε αναλυτικό τον τρόπο κατεργασίας των δερμάτων και μας παρουσίασε τα διάφορα μηχανήματα που εκτίθενται στον χώρο του Μουσείου.
Γευματίσαμε για τελευταία φορά στο ξενοδοχείο, ετοιμάσαμε και φορτώσαμε τις αποσκευές μας στο πούλμαν και αναχωρήσαμε κατά τις 15:30 για το λιμάνι Καρλοβάσου, αφού αποχαιρετίσαμε τον όμορφο τόπο που μας φιλοξένησε τόσες μέρες…
Το ταξίδι μας άνετο, διήρκεσε 8 περίπου ώρες και κατά τη μία και κάτι τη νύχτα ήμασταν στον Πειραιά. Κάποιοι φίλοι έφυγαν με ταξί, ενώ οι περισσότεροι επιβιβαστήκαμε στο πούλμαν που μας περίμενε στο λιμάνι και το οποίο πέρασε πρώτα από Ομόνοια, έπειτα από το Αιγάλεω και κατέληξε στη Νίκαια.
Ήταν ένα υπέροχο 10ήμερο σε ένα νησί που απομένουν ακόμα πολλά πρόσωπα (από τα 1000!) να αποκαλυφθούν… Ίσως κάποια άλλη φορά στο κοντινό μέλλον… Αργότερα μέσα στο καλοκαίρι ίσως, ώστε να έχουμε την ευκαιρία να βρεθούμε στις Γιορτές του κρασιού ή στο Φεστιβάλ του Μανώλη Καλομοίρη ή Γιάννη Ρίτσου ή στα Ηραία Πυθαγόρεια, στην ψαράδικη βραδιά ακόμα… Τότε που το νησί θα μας δείξει πόσο πιο ζωντανό μπορεί να είναι!