Πρώτη εκδρομή του Σεπτέμβρη  και διοργανώσαμε μια τριήμερη εκδρομή, 6-8 Σεπτεμβρίου, στην  Ευρυτανία.  Το πρωί της Παρασκευής, κατά τις 7:15 ξεκινήσαμε με 2 πούλμαν από τη Νίκαια και αφού πήραμε πολλούς φίλους και από το μετρό του Αιγάλεω κατευθυνθήκαμε προς τα Καμένα Βούρλα. Από εδώ κάναμε μια κρουαζιέρα  με τα καραβάκια στα εξωτικά Λιχαδονήσια του Βόρειου Ευβοϊκού.

Τα Λιχαδονήσια είναι ένα σύμπλεγμα μικρών ηφαιστειακών νησιών στην Βόρεια Εύβοια με εξωτική ομορφιά γι αυτό περιγράφονται και  ως Ελληνικές Σεϋχέλλες. Τα μεγαλύτερα από τα νησάκια αυτά είναι η Στρογγύλη και η Μανολιά. Ο βυθός της Λιχάδας και των Λιχαδονήσων είναι εξαιρετικά πλούσιος, τα νερά πεντακάθαρα  και στη περιοχή ζουν λίγες φώκιες. Ο μύθος συνδέει αυτά τα πανέμορφα νησιά με το δραματικό τέλος του Ηρακλή.

Η ιστορία λέει ότι η Δηιάνειρα, σύζυγος του Ηρακλή, του έστειλε ένα δηλητηριασμένο χιτώνα με τον υπηρέτη του, το Λίχα. Ο Ηρακλής όταν τον φόρεσε δεν μπόρεσε να αντέξει τους  πόνους και  άρπαξε τον Λίχα και τον πέταξε στη θάλασσα. Τα κομμάτια του σώματός του εξαπλώθηκαν  σε όλο το Κιναίο ακρωτήριο, όπου ο Ποσειδώνας τα μεταμόρφωσε σε μικρά νησιά που σήμερα ονομάζονται Λιχαδονήσια.

Κατά τις  10:00 επιβιβαστήκαμε στο πλοίο και σε λίγο φτάσαμε στο πρώτο νησάκι την Στρογγύλη. Εδώ  υπάρχει ένα εγκαταλελειμμένο μοναστήρι του Αγίου Στεφάνου και ένας φάρος. Κάνοντας το γύρο του νησιού  συναντήσαμε και ένα ναυάγιο το οποίο είναι ορατό από το πλοίο, χάρη στα κρυστάλλινα νερά της περιοχής.

Στη συνέχεια της  κρουαζιέρας μας στα Λιχαδονήσια, περάσαμε από τον "Δίαυλο", ένα παλιό χωριό που κατοικούταν μέχρι το 1964, προτού να εγκαταλειφθεί.

Τελικός προορισμός μας ήταν η περίφημη παραλία της Μονωλιάς, όπου απολαύσαμε το μπάνιο μας. Εδώ χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή να μην ξανοιχτούμε στα βαθιά γιατί έχει ισχυρά θαλάσσια ρεύματα που μπορεί να σε παρασύρουν αρκετά μακριά.  Αφού απολαύσαμε τη  θάλασσα και τον ήλιο επιστρέψαμε για γεύμα στα Καμένα Βούρλα.

Όσοι δεν  πήγαν  κρουαζιέρα  απήλαυσαν θαλάσσιο μπάνιο στην παραλία των Καμένων Βούρλων ή έκαναν ιαματικά λουτρά  στα ζεστά νερά στις πηγές Κουνιαβίτη.

Το απογευματάκι αναχωρήσαμε  για το Καρπενήσι, περνώντας από την πόλη της Λαμίας και μετά αρχίσαμε να ανηφορίζουμε στον Τυμφρηστό ή Βελούχι, στις πλαγιές του οποίου είναι κτισμένη η όμορφη πρωτεύουσα.

Αφού τακτοποιηθήκαμε  στο hotel  lecadin με την υπεροχή θέα στον κάμπο του Καρπενησίου  το απόγευμα στις  19.00 κάναμε μια αστική πεζοπορία για να γνωρίσουμε την όμορφη πόλη του Καρπενησίου. Επιστροφή στο ξενοδοχείο για το δείπνο μας και ξεκούραση.

Την άλλη μέρα το πρωί του Σαββάτου, περίπου 40 άτομα,  ξεκίνησαν με το ένα πούλμαν όσοι θα έπαιρναν φορτηγά για το « Πάντα βρέχει ». Με το πούλμαν κατευθυνθήκαμε προς το  Μεγάλο Χωριό  και αφού επιβιβαστήκαμε στις καρότσες τεσσάρων  αγροτικών ξεκινήσαμε τη μικρή μας περιπέτεια. Πρώτα ανηφορίσαμε προς την Καλιακούδα  και στη συνέχεια  κατηφορίσαμε και φτάσαμε στη γνωστή γέφυρα  του  Κρικελοπόταμου από όπου θα ξεκινούσαμε για τη διάσχιση του ποταμού Κρικελοπόταμου ως το «Πάντα Βρέχει» (3 ώρες περίπου πήγαινε-έλα. Σε αρκετά σημεία τα φορτηγά για να στρίψουν έκαναν μπρός –πίσω  και τελικά μετά από μια διαδρομή κοντά στις 1,5 ώρα περίπου φτάσαμε στην κοίτη του Κρικελοπόταμου. Εδώ δίπλα στο ποτάμι αφήσαμε τα πράγματά μας στα φορτηγά, ετοιμαστήκαμε φορώντας μαγιώ, σορτσάκι, ένα ζευγάρι παλιά αθλητικά παπούτσια, παίρνοντας κάμερα, φωτογραφική μηχανή, προστατευμένες σε θήκες για να μην βραχούν, και μπήκαμε στο ποτάμι. Κατευθυνθήκαμε προς τα αριστερά, ακολουθώντας τη ροή του ποταμού,  για να διανύσουμε και τα τελευταία 800 μ. μέχρι το Πανταβρέχει.

Περπατήσαμε πάνω στις κροκάλες, μέσα και έξω από το νερό, περάσαμε την πεζογέφυρα  και συνεχίσαμε μπαίνοντας για τα καλά μέσα στο κρύο νερό.

 

Επιλέγαμε τα σημεία που θα περνάγαμε από τη μια όχθη στην άλλη και σε κάποια σημεία που το ρεύμα ήταν αρκετά δυνατό για ασφάλεια βάλαμε σχοινιά, για να μην παρασυρθεί κάποιος από το ρεύμα του ποταμού.

Περάσαμε ένα μικρό και ένα μεγαλύτερο καταρράκτη στα δεξιά μας και μετά από μισή ώρα φτάνουμε στο στενότερο σημείο του φαραγγιού, όπου το θέαμα είναι φανταστικό: από πάνω ψηλά από τους βράχους, να  πέφτουν τα νερά από τους  μικρούς καταρράκτες μέσα στον Κρικελοπόταμο.

Λέγεται «Πανταβρέχει» γιατί  το νερό δε σταματά ποτέ να πέφτει από ψηλά ακόμα και το Καλοκαίρι και  δίνει την εντύπωση ότι ψιλοβρέχει.

 Όλοι μας απολαύσαμε ένα κρύο ντουζάκι  κάτω από τους καταρράκτες, βγάλαμε φωτογραφίες και ξεκινήσαμε για την επιστροφή μας.

Δυστυχώς ο χρόνος μας δεν μας έφτανε να φτάσουμε μέχρι και τη γαλάζια λίμνη. Όλοι κατευχαριστημένοι από το θέαμα που αντικρίσαμε, αφού βάλαμε στεγνά ρούχα, επιβιβαστήκαμε στα φορτηγά για την επιστροφή μας.

Φτάσαμε σχεδόν μετά από 2 ώρες στο Μεγάλο Χωριό,  όπου πέσαμε με τα μούτρα για φαγητό στις  ταβέρνες του.

 

Οι υπόλοιποι  με το δεύτερο πούλμαν  αναχώρησαν και αυτοί  στις 08.30 για τη  Μονή Τατάρνας περνώντας από τη Νέα Βίνιανη-Κερασοχώρι-Τσούκα  έφτασαν  στη λίμνη των Κρεμαστών  από όπου παρατήρησαν τη μεγάλη γέφυρα της Τατάρνας  που έγινε για να συνδέσει  τα χωριά της Αιτωλοακαρνανίας με την Ευρυτανία. Έργο του καθηγητή Αρίσταρχου Οικονόμου που απέσπασε 3 διεθνή βραβεία  σαν η μοναδική καμπυλωτή γέφυρα, που όμως ακόμα και σήμερα δεν έχει αξιοποιηθεί.  Στη συνέχεια επισκέφτηκαν και ξεναγήθηκαν στην ιστορική μονή Τατάρνας, μονή που έπαιξε μεγάλο ρόλο  στην επανάσταση του 1821 και  ήταν κρησφύγετο του Κατσαντώνη και του Καραϊσκάκη.

Η δυνατή μπόρα που έπιασε το βράδυ μας βρήκε όλους στο ξενοδοχείο και έτσι όλα και αυτή τη μέρα πήγαν θαυμάσια.

Την τελευταία μέρα, Κυριακή, αναχωρήσαμε  στις 08.00 για το Μικρό Χωριό όπου θα γίνουν 2 κυκλικές διαδρομές: Α) Μία 3ωρη Πεζοπορική προς τους Κορυσχάδες-Κεφαλόβρυσο  και Β) μια 6ωρη Ορειβατική στην κορυφή της Χελιδόνας.

Οι πεζοπόροι ξεκίνησαν  λίγο πριν το Μικρό Χωριό  και παίρνοντας το μονοπάτι έφτασαν στους Κορυσχάδες. Φτάνοντας στους  Κορυσχάδες, κάναμε βόλτες στο όμορφο ιστορικό  αυτό χωριό,  ξεναγηθήκαμε στο Μουσείο και κάποιοι συνέχισαν  μέχρι το Κεφαλόβρυσο, τον ιστορικό χώρο με το μνημείο που είναι αφιερωμένο στον Μάρκο Μπότσαρη, όπου στις 9 Αυγούστου του 1823 διεξήχθη μάχη μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων. Εδώ πληγώθηκε θανάσιμα ο υπερασπιστής της θέσης Μάρκος Μπότσαρης και η σορός του μέσω του Προυσού μεταφέρθηκε στο Μεσολόγγι, όπου έγινε η κηδεία του. Το μεσημέρι  συναντηθήκαμε όλοι μαζί στην ταβέρνα στο χωριό Γαύρος.

 

Η δεύτερη ομάδα αποτελούμενη  από 20 περίπου άτομα πήρε το μονοπάτι Μ2, με σήμανση κίτρινου χρώματος, που ξεκινάει λίγο πριν την πλατεία του Παλιού Μικρού Χωριού και καταλήγει στην Ψηλή Κορυφή της Χελιδόνας.

Ξεκινήσαμε ανηφορίζοντας ένα πλακόστρωτο ανηφορικό σοκάκι με μερικά όμορφα πέτρινα σπίτια, προσπεράσαμε το σημείο όπου το 1963 έγινε η μεγάλη κατολίσθηση στο Μικρό Χωριό με αποτέλεσμα να χάσουν την ζωή τους αρκετοί  κάτοικοι του χωριού και συνεχίσαμε το χωματόδρομο μέσα στο δάσος. Μισή ώρα αργότερα αρχίζει το μονοπάτι μέσα στο δάσος με τα έλατα και τις φτέρες.

 

Ανεβαίνοντας φτάσαμε στον « ποτιστή », μία βρύση με μία μεγάλη στέρνα όπου ποτίζονται τα  ζώα και εδώ συναντήσαμε ένα κοπάδι με αγελάδες. Στη βρύση καθίσαμε να ξεδιψάσουμε , να ξεκουραστούμε λίγο και να απολαύσουμε την όμορφη θέα προς τα γύρω βουνά. Αφού ξεκουραστήκαμε,  συνεχίσαμε για την κορυφή  που πλέον από το σημείο αυτό είχε φανεί. Τα έλατα σιγά- σιγά αραίωναν και έδιναν τη θέση τους  στο αλπικό τοπίο. Χαμηλή βλάστηση λιβάδι για να βόσκουν οι αγελάδες ενώ ανεβαίνοντας ψηλότερα, πλησιάζοντας το διάσελο της Χελιδόνας, το έδαφος έγινε κακοτράχαλο και το μονοπάτι αρκετά δυσκολότερο.

Παίρνοντας όμως θάρρος,  μιας και πλησιάζαμε στην κορυφή,  συγκεντρώσαμε ό,τι  δυνάμεις μας είχαν απομείνει και φτάσαμε στο διάσελο της Χελιδόνας.  Εδώ,  αφού πήραμε κάποιες ανάσες , μας έμεναν ακόμα  λίγες εκατοντάδες μέτρα  για την  αριστερή, την ψηλότερη κορυφή της Χελιδόνας στα 1950 μ.

Από εδώ η θέα είναι φανταστική. Βλέπεις βορειοανατολικά  το Βελούχι και  το πανέμορφο  Καρπενήσι και μπροστά του απλώνεται η κοιλάδα της ποταμιάς. Ανατολικά φαίνεται η κορυφή της Καλιακούδας στους πρόποδες της οποίας είναι κτισμένο το Μεγάλο Χωριό και  νότια πίσω από τις βουνοκορφές πρέπει να είναι το μοναστήρι του Προυσσού.

Κάποιοι προσέγγισαν και την διπλανή κορυφή (Βόρεια Κορυφή) με ελάχιστα μικρότερο ύψος 1925m αλλά με  πολύ καλύτερη θέα προς την Τεχνητή Λίμνη των Κρεμαστών. Σε πολλά σημεία παρατηρούσες τεράστιες κατολισθήσεις που παρέσυραν και καταπλάκωναν   ό,τι έβρισκαν στο δρόμο τους. Στην κορυφή συναντηθήκαμε και με ορειβάτες του Βόλου που και αυτοί ανέβηκαν στη κορυφή από το ανατολικό μονοπάτι.


Αφού απολαύσαμε την υπέροχη θέα  και  βγάλαμε αναμνηστικές φωτογραφίες,  πήραμε το δρόμο του γυρισμού. Κάναμε έναν κύκλο της Ψηλής κορυφής και κατεβήκαμε από την αριστερή της πλέον πλευρά  φτάνοντας πάλι στη γνωστή μας  βρύση, του Ποτιστή.

Μια μικρή στάση εδώ για να δροσιστούμε και νάμαστε μετά από 5 – 6 ώρες πάλι  στο καφενεδάκι του Παλαιού Μικρού Χωριού, κάτω από τον πλάτανο και δίπλα από τη βρύση που έτρεχε άφθονο δροσερό νερό.  

Όταν επέστρεψε και ο τελευταίος,  το πούλμαν μας έφερε στο χωριό Γαύρος όπου συναντήσαμε και τους υπόλοιπους «Φυσιολάτρες».

Οι « τουρίστες » με τη σειρά τους  ξεκίνησαν αργότερα, μετά το πρωινό τους, για τους Κορυσχάδες, το όμορφο ιστορικό χωριό, το οποίο έχει συνδέσει το όνομά του με το Εθνικό Συμβούλιο της Κυβέρνησης του Βουνού, μια και εδώ συνήλθε για πρώτη φορά, το Μάιο του 1944, στο κτίριο του Δημοτικού Σχολείου, το οποίο σήμερα φιλοξενεί το Μουσείο Εθνικής Αντίστασης. Ξεναγηθήκαμε στο Μουσείο, φωτογραφηθήκαμε και φύγαμε για το μοναστήρι του Προυσού.

 Εντυπωσιαστήκαμε από το φαράγγι του Καρπενησιώτη, ιδίως από το στενότερο σημείο του, το Κλειδί, κοντά στο οποίο βρίσκεται το εκκλησάκι με τα χαρακτηριστικά « πατήματα της Παναγιάς ». Ο θρύλος λέει ότι από εδώ πέρασε η Παναγία στο δρόμο της για το Προυσό.

Ανάψαμε το κεράκι μας στην εκκλησιά, που βρίσκεται στην είσοδο μιας μικρής σπηλιάς,  προσκυνήσαμε την εικόνα της Παναγιάς, έργο του ευαγγελιστή Λουκά, από την Προύσα της Μ. Ασίας,  και φύγαμε από το ιστορικό μοναστήρι, που λες πως το φυλάνε μέχρι σήμερα οι δυο πύργοι – παρατηρητήρια, που χτίστηκαν κατ΄εντολή του Γεώργιου Καραϊσκάκη. Εδώ βρέθηκε, λέγεται, τραυματισμένος, θεραπεύτηκε και « ασήμωσε » έπειτα την εικόνα της Παναγίας. Επισκεφτήκαμε και το πρότυπο αλλαντοποιείο του Χρήστου Στρεμμένου, για να προμηθευτούμε  το περίφημο προσούτο. Επιστροφή προς το  Μεγάλο Χωριό, με το  μεγάλο Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο, και το  περίφημο «γαλακτομπούρεκο του Καρβέλη», κάναμε μια μικρή  βόλτα στο  χωριό που πρόσφερε ωραία θέα από ψηλά.

Είχε έρθει η ώρα του μεσημεριανού μας και γι΄αυτό συναντηθήκαμε με τους  πεζοπόρους στο χωριό Γαύρος, ανάμεσα στο Μικρό και το Μεγάλο Χωριό. Φάγαμε κάτω από τα πλατάνια στο μεγάλο  χώρο της ταβέρνας και φύγαμε, αφού κατέβηκαν και « οι γενναίοι » μας από τις κορφές της Χελιδόνας  και γευμάτισαν κι αυτοί.

Απογευματάκι πια πήραμε το δρόμο, όλοι μαζί, για την επιστροφή μας και μετά από μια στάση στην Εθνική φτάσαμε στον προορισμό μας ικανοποιημένοι από το ευχάριστο αυτό  τριήμερο στην περιοχή της Ευρυτανίας.