Καρδίτσα - Καλαμπάκα - Μετέωρα - Τρίκαλα - Βελίκα (Κίσσαβος) - Βόλος - Μακρυνίτσα

Ξεκινήσαμε με δύο πούλμαν σχεδόν γεμάτα από Νίκαια και Αιγάλεω για Λαμία, όπου και κάναμε μια στάση για καφεδάκι και ξεμούδιασμα στον Άγιο Κων/νο. Κατά τις 12 και κάτι ήμαστε ήδη μέσα στην Καρδίτσα, την πόλη που μπορεί να μην έχει την ανάπτυξη και τον τουρισμό των άλλων τριών πρωτευουσών της Θεσσαλίας, αλλά που φημίζεται για την πολύ καλή ρυμοτομία της, τους πολλούς πεζόδρομους και το πρώτο δίκτυο ποδηλατοδρόμων. Πολλές οι εκδοχές για την ετυμολογία της λέξης “Καρδίτσα”, αλλά μοιάζει να επικρατεί αυτή που θέλει να προέρχεται από τη σλαβική λέξη grad, που σημαίνει “πόλη” ή “κάστρο”.

Μπήκαμε στην πόλη από την ανατολική πλευρά της, όπου αντικρίσαμε πρώτα το γνωστό άλσος Παυσίλυπο και τη “Μάνα”  του Χρ. Καπράλου, άγαλμα σύμβολο της αγρότισσας μάνας. Εδώ στο άλσος διαλέξαμε ένα κατάλληλο σημείο με παγκάκια για να προσφέρουμε το κρύο γεύμα του Φυσιολάτρη, συνοδευόμενο με φρούτα και λίγο κρασάκι για να ευθυμήσουμε. Στη συνέχεια με τα πούλμαν φύγαμε για την Καλαμπάκα όπου και τακτοποιηθήκαμε στο ξενοδοχείο Αντωνιάδης.

Το απόγευμα επισκεφτήκαμε πρώτα Μουσείο Φυσικής Ιστορίας και Μανιταριών όπου μείναμε ενθουσιασμένοι με την πληθώρα των ζώων αλλά και με τα πολλά είδη μανιταριών που υπάρχουν, όπου έγινε και η ξενάγηση. Στη συνέχεια κάναμε αστική πεζοπορία για να γνωρίσουμε την πόλη. Φτάσαμε μέχρι τη Βυζαντινή εκκλησία της Παναγίας που όμως αυτή την ώρα ήταν κλειστή αλλά αποζημιωθήκαμε από την υπέροχη θέα προς όλη την πόλη της Καλαμπάκας και τα Μετέωρα που είχαν ήδη φωτιστεί. Επιστροφή στο ξενοδοχείο μας δείπνο και ξεκούραση.

 

Την επομένη ημέρα, Σάββατο,  μετά το πρωινό  οι πεζοπόροι  έφτασαν με το πούλμαν στο Καστράκι  και από εκεί ξεκίνησαν την πεζοπορία τους για τα μοναστήρια των Μετεώρων.

 

Από την πλατεία του χωριού αρχίσαμε να ανεβαίνουμε προς τα Μετέωρα.  Πήραμε το δρόμο  και περάσαμε από το μοναστήρι του Αγ. Γεωργίου, που ήταν  κρεμασμένα  επάνω ψηλά,  στη σπηλιά, τα πολύχρωμα μαντήλια που βάζουν οι προσκυνητές αφού αναρριχηθούν στα βράχια.

Ακολουθήσαμε το χωματόδρομο   και φτάσαμε στην  άσφαλτο λίγα μέτρα δεξιότερα από  την Ιερά Μονή Αγίου Νικολάου.  Στη συνέχεια πήραμε το πλακόστρωτο μονοπάτι που ανεβαίνει στη μονή Βαρλαάμ. Το θέαμα των βράχων από  την  πλευρά αυτή  του μονοπατιού  ήταν  μια αποκάλυψη. Ανάμεσα στους πανύψηλους βράχους  έβλεπες πάνω απ το  κεφάλι  σου  μόνο μια στενή λωρίδα ουρανού. Το πλακόστρωτο μονοπάτι ανεβαίνει   ανάμεσα από τα  βράχια κάτω από τη σκιά των δέντρων και σε μια ώρα περίπου  φθάσαμε  στην είσοδο του μοναστηριού.

Ακολούθησε η επίσκεψη στο μοναστήρι  της Ιεράς Μονής Βαρλαάμ, όπου η ξεναγός μας είπε την ιστορία του μοναστηριού και μας έδειξε τα ιερά κειμήλια του στο μουσείο της Μονής. 

Επισκεφτήκαμε το χώρο με το βαρούλκο και το δίχτυ που το χρησιμοποιούσαν παλαιότερα για να ανεβαίνουν στο μοναστήρι καθώς και τα τεράστια βαρέλια που τους χρησίμευαν  για αποθηκευτικοί χώροι.

Ύστερα  τα πούλμαν  συνέχισαν για τη Μονή  επίσκεψη στη Μονή του Αγίου Στεφάνου ενώ  οι ορειβάτες ακολουθήσαμε  το μονοπάτι προς την Ιερά Μεγάλου Μετεώρου.

Μετά την επίσκεψη στη Μονή αυτή οι ορειβάτες  συνέχισαν το μονοπάτι  προς τη Μονή Υπαπαντής  και ύστερα από φανταστική πορεία έφτασαν  στη Μονή του Αγίου Νικολάου του Αναπαυσά  και από εκεί έφτασαν στο Καστράκι και με τα πόδια στο ξενοδοχείο στην Καλαμπάκα (διάρκειας 3 ωρών περίπου).

Και από εδώ η θέα στην πόλη της Καλαμπάκας είναι εντυπωσιακή. Η κατάβαση προς αυτήν ήταν δύσκολη και απαιτούσε ιδιαίτερη  προσοχή, αφού περπατούσαμε συνέχεια πάνω στα βράχια. Σε πολλά σημεία πιανόμαστε από κλαδιά θάμνων προσπαθώντας να ισορροπήσουμε στην απότομη κατηφόρα.

Οι υπόλοιποι εν τω μεταξύ επισκέφτηκαν και έκαναν  ξενάγηση στην Ι. Μονή Αγίου  Στεφάνου. Η θέα από το μοναστήρι φανταστική. Στο βάθος  απλωνόταν ο Πηνειός Ποταμός σαν ένα πελώριο φίδι και μια ατελείωτη ευθεία γραμμή γυάλιζε στο φως του πρωινού ήλιου. Μακριά έβλεπες τη γαλαζόχρωμη οροσειρά της Πίνδου και μπροστά μας, στα ριζά των Μετεωρίτικων βράχων, με πανοραμική θέα στον απέραντο θεσσαλικό κάμπο, απλωνόταν η όμορφη κωμόπολη της Καλαμπάκας. Αφού θαύμασαν  τη μοναδική θέα, πέρασαν  μια μικρή ξύλινη γέφυρα και έφτασαν  στην είσοδο του Μοναστηριού. Αφού πέρασαν από  βαριά θολωτή ξύλινη πόρτα, μπήκαν στο εσωτερικό και του Μοναστηριού. Ξεναγήθηκαν στην  Ιερά Μονή του Αγίου Στεφάνου και στον  Ναό του Αγίου Χαραλάμπους.

Στη συνέχεια όλοι μαζί  με τα πούλμαν συνέχισαν για την επίσκεψη  στο θαυμάσιο Σπήλαιο-Μουσείο Θεόπετρας με ευρήματα Παλαιολιθικής-Νεολιθικής περιόδου.

Το σπήλαιο  βρίσκεται 3 χιλιόμετρα από το  δρόμο,  πάνω από το χωριό Θεόπετρα σε έναν βραχώδη λόφο. Το σπήλαιο βρίσκεται σε υψόμετρο περίπου 100 μέτρα από την επιφάνεια της πεδιάδας και 280 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας. Μπροστά από το σπήλαιο ρέει ο ποταμός Ληθαίος, παραπόταμος του Πηνειού.

Η είσοδος του σπηλαίου έχει διαστάσεις 17×3 μέτρα, ενώ ο κύριος θάλαμός του, περίπου τετράγωνος με μικρές πλευρικές κόγχες, έχει έκταση 500 τετραγωνικά μέτρα.

Τα ευρήματα του σπηλαίου δίνουν απαντήσεις σε καίρια ερωτήματα των αρχαιολόγων, για  την εξέλιξη του ανθρώπου από τον Νεάτερνταλ στο Χόμο Σάπιενς.

Πολύ σημαντικά ευρήματα  τα ανθρωπολογικά κατάλοιπα-δύο σκελετοί, ενός της ανώτερης Παλαιολιθικής και μία κανονική ταφή της Μεσολιθικής εποχής (χρονολογείται στο 8000 π.Χ. περίπου), καθώς και τα σκελετικά κατάλοιπα ζώων που ποικίλουν ανάλογα με την εποχή.

Το σπήλαιο της Θεόπετρας βρέθηκαν  ανθρωπογενείς επιχώσεις, συνολικού πάχους περίπου 6 μέτρων, που  βεβαιώνουν την αδιάκοπη χρήση του σπηλαίου από την  Μέση και Ανώτερη Παλαιολιθική εποχή (50.000 π.X.).

Επιστροφή στο ξενοδοχείο και απογευματινή βόλτα μέχρι την παλιά γέφυρα του Πηνειού ποταμού λίγα χιλιόμετρα έξω από την Καλαμπάκα.

Την επομένη φύγαμε για να γνωρίσουμε την πόλη των Τρικάλων. Περιηγηθήκαμε  στα Τρίκαλα, ξεκινώντας από το τζαμί του Οσμάν Σαχ (ή κουρσούμ τζαμί, λόγω της μολυβένιας στέγης του) του 16ου αι., έργο του περίφημου Σινάν Πασά και το Μουσείο Τσιτσάνη, το οποίο συμπυκνώνει τρία μνημεία σε ένα: Οθωμανικά λουτρά στο ισόγειο, η πορεία του  Τσιτσάνη στον πρώτο όροφο και οι παλιές φυλακές της πόλης, ως το 2006.

Περπατήσουμε δίπλα στον Ληθαίο, το ποτάμι που διασχίζει την πόλη των Τρικάλων, φτάνουμε στην οδό Απόλλωνος, τον γνωστό πεζόδρομο με τις ομπρέλες. Επίσκεψη στην πλατεία Ρήγα Φεραίου, τόπος γεμάτος μνήμες, με το άγαλμα των 5 ΕΠΟΝιτών, αλλά και ο τόπος που κρεμάστηκε το κεφάλι του Άρη Βελουχιώτη το 1945.  Είδαμε  και την  κεντρική γέφυρα της πόλης, χτισμένη από Γάλλους αρχιτέκτονες το 1886. Η γέφυρα είναι αντίγραφο μεγαλύτερης γέφυρα που βρίσκεται στον Σηκουάνα, ενισχύοντας την ονομασία που αρκετοί δίνουν στην πόλη: «Μικρό Παρίσι».

Η  κεντρική πλατεία, με το άγαλμα του Στέφανου Σαράφη, στρατιωτικού αρχηγού του ΕΛΑΣ ενώ κάποιοι ανέβηκαν μέχρι το φρούριο και το ρολόι, το σύμβολο των Τρικάλων, με πανοραμική θέα της πόλης. Στη συνέχεια  φαγητό στις ταβέρνες της πόλης και αναχώρηση για το Στόμιο.

 

Οι  ορειβάτες και οι πεζοπόροι με το δεύτερο πούλμαν  αναχώρησαν  για το χωριό  της Λάρισας  Σπηλιά απ΄όπου θα γίνει ορειβασία στον Κίσσαβο και πεζοπορία στον Ανατολικό Κίσσαβο, Βελίκα-Μελίβοια.

Φτάνοντας στη Σπηλιά το πούλμαν συνέχισε μέχρι το καταφύγιο του Κισσάβου από όπου οι ορειβάτες ανέβηκαν στην κορυφή του Κισσάβου στα 1978μ., μέχρι το εκκλησάκι του προφήτη Ηλία. Βατό μονοπάτι που ανεβαίνει σε αλπικό τοπίο με αρκετό χορτάρι μέχρι την κορυφή.

Φτάνοντας μπήκαμε στο εκκλησάκι του προφήτη Ηλία που βρίσκεται σκαμμένο μέσα στη γη  και αν δεν το ξέρεις δύσκολα το ανακαλύπτεις. Αφού απολαύσαμε τη θέα βόρεια προς τον Όλυμπο και νότια προς το Πήλιο αρχίσαμε την κατάβαση. Φτάνοντας στο καταφύγιο πήραμε το μονοπάτι που καταλήγει στη θάλασσα του Στομίου. Υπέροχη διαδρομή μέσα σε οξιές και έλατα αλλά αρκετά κατηφορικό και χρειάζεται γερά γόνατα.  Ο καιρός φανταστικός με λίγα σύννεφα, ό,τι έπρεπε για την πεζοπορία μας. 

Οι πεζοπόροι συνέχισαν με το πούλμαν μέχρι τη Βελίκα από όπου έκαναν μια φανταστική διαδρομή προς τη Μελίβοια σε μονοπάτι μέσα στο δάσος με οξιές και καστανιές και κατέληξαν  στη Μελίβοια όπου ήταν και η γιορτή του κάστανου.

Οι τουρίστες το απόγευμα φτάνοντας στο Στόμιο  επισκέφτηκαν και τη  Μονή Αγ.Δημητρίου.

Καταλύσαμε στα Ξενοδοχεία ΑΛΕΞΙΟΥ και  ΒΛΑΣΗΣ στο Στόμιο και την επομένη μέρα φύγαμε για το Πήλιο.

Την τελευταία  μέρα, Δευτέρα 28ης Οκτωβρίου, αφού κάναμε ένα αφιέρωμα μέσα στο πούλμαν για τη Εθνική εορτή μας φτάσαμε στο  Πήλιο  και ανεβήκαμε στην Μακρυνίτσα.

 

Η Μακρυνίτσα είναι παραδοσιακός οικισμός, που χτίστηκε το 1204 και γνώρισε μεγάλη ακμή χάρη στο εμπόριο και τη βυρσοδεψία στα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας. Από εδώ καταγόταν η ηρωική οικογένεια Μπασδέκη, η οποία πρωταγωνίστησε τόσο στους αγώνες της Επανάστασης του ΄21 όσο και στην επανάσταση της Θεσσαλίας το 1878.

 

Καθίσαμε στο “μπαλκόνι του Πηλίου” για ένα δίωρο περίπου. Απολαύσαμε τη θέα  προς τον Βόλο και τον Παγασητικό κόλπο από τα τραπεζάκια της κεντρικής πλατείας, μπήκαμε στο τσιπουράδικο, στον τοίχο του οποίου ο λαϊκός ζωγράφος Θεόφιλος απεικόνισε τον Κατσαντώνη σε ανάπαυλα, είδαμε το αρχοντικό Τοπάλη, στο οποίο στεγάζεται το Λαογραφικό Μουσείο. Κάποιοι  προσκύνησαν στην εκκλησία του Τιμίου Προδρόμου, περπάτησαν στα καλντερίμια, ήπιαν νεράκι από την ονομαστή μαρμάρινη κρήνη με τις λεοντοκεφαλές και όλοι μας, αφού πήραν τα αρωματικά μας βότανα και ενθύμια από το χωριό, φύγαμε, οι μεν πεζοπόροι για τα Χάνια, οι δε τουρίστες για την πόλη του Βόλου.

Οι πεζοπόροι, φτάνοντας στα Χάνια, ξεκίνησαν μια ανηφορική αλλά όχι κουραστική 2ωρη σχεδόν πορεία από τα Χάνια προς τις κεραίες με επιστροφή. Όμορφη η διαδρομή γεμάτη δροσερά χαμολούλουδα, ανεμώνες, κρόκους, καταπράσινη, λόγω και της εποχής αλλά και με φανταστική θέα προς το Βόλο και τη θάλασσα του  Παγασητικού κόλπου.

Τα Χάνια βρίσκονται σε υψόμετρο 1.190 μ. και αποτελούν πέρασμα για το χιονοδρομικό κέντρο. Γι΄αυτό και υπήρχαν ανέκαθεν εδώ πολλά καταλύματα και ταβέρνες για τους περαστικούς και όχι μόνο...

Μετά την πεζοπορία στα Χάνια καθίσαμε για φαγητό και  το απόγευμα κάναμε βόλτα στην παραλία του Βόλου. Κατά τις 5.00 το απόγευμα ξεκινήσαμε για την επιστροφή μας στην Αθήνα έχοντας περάσει ένα φανταστικό τετραήμερο στη Θεσσαλία.