- Λεπτομέρειες
- Τελευταία ενημέρωση : 29 Απριλίου 2016 29 Απριλίου 2016
Με πολύ καλό καιρό ξεκινήσαμε από τη Νίκαια την Παρασκευή, 11 Μαρτίου, στις 7 το πρωί και, αφού παραλάβαμε πολλούς φίλους κι από το μετρό του Αιγάλεω, το 65άρι πούλμαν μας ακολούθησε την Εθνική Αθηνών – Λαμίας. Κάναμε μια σύντομη στάση για καφέ, σνακ, τουαλέτα και περνώντας απ΄έξω από τη Λαμία, το μεσαιωνικό κάστρο της οποίας ξεχώριζε από μακριά, ψηλά πάνω στο λόφο, συνεχίσαμε μέχρι τα Τέμπη. Κατεβήκαμε από την υπόγεια διάβαση, περάσαμε την κρεμαστή γέφυρα προς την Αγ. Παρασκευή και καταλήξαμε στα παγκάκια που υπάρχουν στο χώρο για την προσφορά του κρύου γεύματος, του συνηθισμένου από το « Φυσιολάτρη ». Η λιακάδα ομόρφαινε ακόμα περισσότερο το τοπίο γύρω μας και η διάθεση όλων ήταν πολύ καλή, μια και βοηθούσε και το … ημίγλυκο, με αποτέλεσμα να παρατείνουμε την παραμονή μας εκεί. Όσοι πρόλαβαν επισκέφθηκαν το εκκλησάκι της Αγ. Παρασκευής, στο σημείο όπου συνελήφθη από τους διώκτες της Ρωμαίους, και έκαναν μικρά ψώνια από τα μαγαζάκια που βρίσκονται στην έξοδο από την υπόγεια διάβαση. Φύγαμε για Πλαταμώνα, με το περήφανο κάστρο της Φραγκοκρατίας πολύ κοντά στο δρόμο, Κατερίνη και Βεργίνα στη συνέχεια, όπου φτάσαμε κατά τις 4 το απόγευμα, λίγο καθυστερημένα, γιατί θα έπρεπε να επισπεύσουμε την επίσκεψή μας στο χώρο. Η σημερινή κωμόπολη βρίσκεται στη θέση των αρχαίων Αιγών, της πρώτης πρωτεύουσας της αρχαίας Μακεδονίας.
Η ξεναγός μας περίμενε και αμέσως άρχισε να μας ξεναγεί, αρχικά έξω από το χώρο του Μουσείου-Μαυσωλείου, το οποίο ανακαλεί την εικόνα της Μεγάλης Τούμπας, και έπειτα μέσα σε αυτό. Το σκοτάδι επίτηδες αρκετό μέσα στο χώρο, όπως σκοτεινός είναι και ο κόσμος των σκιών, όπου βασιλεύουν πλέον οι περιώνυμοι νεκροί που φιλοξενούνται στους μεγαλοπρεπείς τάφους. Ολοφώτεινα όμως και θερμά τα αρχαία αντικείμενα που εκτίθενται στις προθήκες και εντυπωσιάζουν τους αμέτρητους επισκέπτες! Οι τάφοι σε χαμηλότεροι επίπεδο, με πρόσοψη δωρικού ναού και τοιχογραφίες, τα όπλα του Φιλίππου, η βαρύτιμη χάλκινη οικοσκευή του, η χρυσή λάρνακα, τα στεφάνια, τα ελεφαντοστέινα αντικείμενα και τόσα άλλα μας άφησαν άναυδους και βγαίνοντας έξω στο φως του απογεύματος μακαρίζαμε τον Μανόλη Ανδρόνικο, τον άνθρωπο χάρη στον οποίο, κατά βάση, ευτυχήσαμε να βιώσουμε αυτήν την εμπειρία. Φύγαμε για Ν. Χαλκηδόνα, όπου καταλύσαμε στο ξενοδοχείο «Φίλιππος», πήραμε το δείπνο μας και πήγαμε για ανάπαυση.
Την επόμενη μέρα, Σάββατο, 12/3, μετά το πρωινό μας, πήραμε το δρόμο για το Πάικον όρος, όπου θα γινόταν η πεζοπορία μας. Το όρος αυτό βρίσκεται ανάμεσα στην πεδιάδα της Αριδαίας και της Αξιούπολης με ψηλότερη κορυφή την Γκόλα-Τσούκα στα 1.650 μέτρα. Είναι ένα από τα ομορφότερα βουνά της Ελλάδας με πλούσια βλάστηση, πυκνά υπέροχα δάση, ρεματιές, λιβάδια και αρκετές πηγές με γάργαρα νερά. Στο οροπέδιο Μεγάλα Λιβάδια μας ανέμενε ο ντόπιος οδηγός, ο οποίος ανέλαβε να καθοδηγήσει τους 25 πεζοπόρους στη διαδρομή κοντά στο χωριό Καστανερή, λίγο πιο πάνω από τη Γουμένισσα. Η διαδρομή ξεκίνησε λίγα χιλιόμετρα μετά το χωριό από τον προφήτη Ηλία. Στο μεγαλύτερο μέρος της ήταν στα μονοπάτια που χρησιμοποιούνται για τον ημιμαραθώνιο στο όρος Πάικο, που γίνεται κάθε χρόνο στις αρχές Νοεμβρίου. Όμορφη διαδρομή μέσα σε δάσος από καστανιές, οξιές, πεύκα, δρυς, κέδρους, ιτιές, λεύκες ακόμα και σημύδες. Εδώ συναντάς το μεγαλύτερο δάσος καστανιάς της Ελλάδας. Στο βουνό υπάρχουν περί τα 4.500 στρέμματα καστανιών, εκ των οποίων τα 2.500 είναι καλλιεργήσιμα. Γύρω στις 300 οικογένειες έχουν ως δεύτερη ασχολία το κάστανο και υπολογίζεται ότι η ετήσια παραγωγή φτάνει στους 500-600 τόνους, ανάλογα με τη χρονιά. Λόγω του κλίματος που επικρατεί στην περιοχή το κάστανο που παράγεται είναι ιδιαίτερα γλυκό και γευστικό.
Το ψιλόβροχο όμως που έπεφτε σχεδόν σε όλη τη διαδρομή δυσκόλεψε την πορεία μας και αναγκαστήκαμε να συντομεύσουμε την πεζοπορία μας. Αφού περάσαμε από δασικούς δρόμους, μονοπάτια και μικρά ποταμάκια, φτάσαμε στην άσφαλτο που τελικά μας οδήγησε στην πλατεία της Γρίβας. Εδώ στη μικρή ταβερνούλα του χωριού, αφού ξεκουραστήκαμε και στεγνώσαμε λίγο, επιστρέψαμε με ταξί στη Γουμένισσα.
Οι υπόλοιποι επισκέφτηκαν αρχικά την Καστανερή, το μικρό γραφικό χωριό που οι κάτοικοί του ασχολούνται κυρίως με την υλοτομία και την παραγωγή κάστανου. Σημαντική ήταν η δράση της Μπαροβίτσας ( Καστανερής ) στο Μακεδονικό Αγώνα και ιδιαίτερα του Γεωργίου Δογιάμα. Κατέβηκαν έπειτα στη Γουμένισσα, όπου έκαναν μια ενδιαφέρουσα επίσκεψη στο Οινοποιείο Αϊδαρίνη και παρέμειναν για λίγη ώρα στην όμορφη πόλη. Περιηγήθηκαν στην κεντρική πλατεία με τα πλατάνια, τη βρύση, κτίσμα των Γάλλων στρατιωτών του Α΄ Παγκ. Πολέμου, τη Μονή της Παναγίας και το σαββατιάτικο παζάρι, που εκείνη την ώρα τελείωνε. Η πόλη της Γουμένισσας είναι γνωστή για τα περίφημα «Χάλκινα Πνευστά», τα οποία μάλιστα συμβάλλουν σημαντικά στην οικονομία της. Εδώ επίσης γυρίστηκαν οι ταινίας «Μελισσοκόμος» του Θ. Αγγελόπουλου και «Εργοστάσιο» του Τ. Ψαρά. Εδώ, και όσο η βροχή συνέχιζε να πέφτει, άρχισαν να καταφτάνουν και οι πεζοπόροι μας και όλοι μαζί φύγαμε για την άλλη πλευρά του Πάικου, στο νομό Πέλλης, όπου βρίσκεται η Αριδαία και το Λουτράκι, στους πρόποδες του Καϊμάκτσαλαν. Στη Λουτρόπολη κάναμε το θερμό μας μπάνιο στις γούρνες ή την πισίνα ψηλότερα, ενώ η βροχή συνεχιζόταν. Η απόλαυση μοναδική και ιδιαίτερα για τους πεζοπόρους, τους οποίους το μπάνιο βοήθησε να χαλαρώσουν αρκετά. Τα ιαματικά νερά, σε σταθερή θερμοκρασία 37 βαθμών, θεραπεύουν παθήσεις του κυκλοφορικού και του αναπνευστικού, ρευματοπάθειες, δερματικές, γυναικολογικές κ.ά. Αφού ψωνίσαμε ξηρούς καρπούς, λικεράκια, αποξηραμένα φρούτα και άλλα ενθύμια από τα υπαίθρια μαγαζάκια, φύγαμε για το ξενοδοχείο μας, όπου δειπνήσαμε. Γύρω στις 10 το βράδυ αναχωρήσαμε για τον Εύοσμο Θεσσαλονίκης και τη διασκέδασή μας στο «Ρεμπέτικο σεργιάνι» με τον Αγάθωνα και την παρέα του. Χορέψαμε, ήπιαμε το κρασάκι μας, τραγουδήσαμε και φύγαμε με χαρούμενη και αποκριάτικη διάθεση, κατά τις 2 και κάτι, για τη Ν. Χαλκηδόνα.
Κυριακή, 13 Μαρτίου, μετά το πρωινό μας, αναχωρήσαμε για Βέροια, Έδεσσα, όπου παραμείναμε ένα δίωρο περίπου. Τόσο το σημερινό όσο και το παλιό της όνομα (Βοδενά στα σλάβικα) δηλώνουν ότι είναι μια πόλη με έντονο το υγρό στοιχείο. Ο βροχερός καιρός δεν μας πτόησε και κάναμε τις βόλτες μας στους καταρράκτες, των οποίων τα νερά ήταν άφθονα και κοκκινωπά, από τις συνεχείς βροχοπτώσεις των τελευταίων ημερών. Οι καταρράκτες αυτοί, που είναι και οι μεγαλύτεροι στην Ελλάδα, δημιουργήθηκαν από ολοκληρωτική καταστροφή της πόλης από το σεισμό του 1395. Οι μικροί καταρράκτες κινούσαν παλιά υδρόμυλο. Κάτω από αυτούς είδαμε τις εγκαταστάσεις του παλιού Κανναβουργείου, όπου φτάνει κανείς με καλντερίμι ή ένα σύγχρονο ανελκυστήρα. Επίσης λειτουργεί από τον Μάιο του 2001 και το Μουσείο Νερού της πόλης με Ενυδρείο και Ερπετάριο. Εδώ συναντάς ενδημικά ψάρια του γλυκού νερού, αμφίβια και ερπετά. Πολύ σημαντικός είναι και ο αριθμός των ερπετών και των αμφιβίων που αποτελούν το ιδιαίτερο τμήμα του Ερπεταρίου. Φωτογραφηθήκαμε στο Πάρκο και συνεχίσαμε έπειτα για την παλιά παραδοσιακή συνοικία, το Βαρόσι, όπου θαυμάσαμε τα στενά σοκάκια με τα παλιά αρχοντικά (εδώ και το περίφημο αρχοντικό της οικογένειας Οικονόμου) και απλά σπίτια, με τα χαρακτηριστικά σαχνισιά. Περάσαμε από το Λαογραφικό Μουσείο, επισκεφθήκαμε τις εκκλησιές του 14ου αι. , της Κοίμησης της Θεοτόκου, η οποία ήταν ανοιχτή, και των Αγ. Πέτρου και Παύλου, καθώς και τη σύγχρονη Μητρόπολη, κοντά στην πλατεία με το Πέτρινο Ρολόι του 1905., καθώς και την τοποθεσία « Ψηλός Βράχος», απ΄όπου η θέα προς την πεδιάδα κάτω είναι εξαιρετική, όπου ήπιαμε κι ένα καφεδάκι.
Αφήσαμε γύρω στις 12:30 την πόλη που κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου κέρδισε επάξια τον τίτλο του « Μάντσεστερ των Βαλκανίων », λόγω του ότι ήταν η κινητήρια δύναμη της βιομηχανίας στη Μακεδονία, καθώς και την πόλη που σύνδεσε το όνομά της με μια ιδιαίτερη μουσική και λογοτεχνική ανάπτυξη, στα ίδια εκείνα « ευτυχή » χρόνια. Συχνές ήταν οι συναυλίες, οι οπερέτες και άλλες εκδηλώσεις εδώ, αρκετοί και οι συγγραφείς που έχουν να κάνουν με την όμορφη πόλη, όπως ο Μενέλαος Λουντέμης, ο Σταμάτης Σταματίου ( Σταμ Σταμ ), ο Μάρκος Μέσκος.
Επιστρέψαμε στο ξενοδοχείο μας για μεσημεριανό φαγητό και, μετά από 2ωρη περίπου ξεκούραση, φύγαμε για την Αιανή Κοζάνης. Εκεί επρόκειτο να παρακολουθήσουμε το αποκριάτικο έθιμο των Φανών. Επειδή όμως ο καιρός συνέχιζε να είναι βροχερός, φύγαμε από το χωριό, όταν είχαμε ήδη πλησιάσει την είσοδό του, γιατί πληροφορηθήκαμε ότι δεν θα μπορούσαν ίσως να ανάψουν οι Φανοί. Βρεθήκαμε λοιπόν στην Κοζάνη, όπου παραμείναμε ως τις 9:30 το βράδυ, με συνεχόμενη βροχή, ώστε να μπορέσουμε να δούμε κάποιους Φανούς να ανάβουν. Και πράγματι, λίγο ως πολύ όλοι καταφέραμε να πάρουμε μια μικρή ή μεγάλη γεύση από το ωραίο αυτό έθιμο. Το βράδυ της Μεγάλης Αποκριάς, της τελευταίας δηλαδή Κυριακής των Απόκρεω, γύρω από μια « άσβεστη » φωτιά ντυμένοι με παραδοσιακές φορεσιές οι Κοζανίτες χορεύουν και τραγουδούν « πικάντικα » και πειρακτικά αποκριάτικα και παραδοσιακά τραγούδια. Κερνούν τους επισκέπτες τοπικά εδέσματα και κρασί και τους καλούν να χορέψουν και να τραγουδήσουν μαζί τους, για να μοιραστούν αυτό το ωραίο κλίμα που γεννιέται. Τα «χάλκινα», τα κλαρίνα και τα άλλα μουσικά όργανα άπλωναν τους παραδοσιακούς ήχους τους πολλά μέτρα μακριά. Κάθε γειτονιά προσπαθεί να παρουσιάσει τον καλύτερο και πιο φανταχτερό Φανό, ο οποίος φέρει και ξεχωριστό όνομα, με τους πιο καλλίφωνους τραγουδιστάδες και τους πιο πολλούς καλεσμένους. Με τις ομπρέλες στα χέρια χόρευαν όλοι κα έπαιρναν μέρος στο έθιμο, ντόπιοι και ξένοι. Κυκλοφορούσε μάλιστα και χάρτης, στον οποίο υποδεικνύονταν οι θέσεις για τους 13 Φανούς που άναψαν συνολικά στην πόλη.
«Γεμάτοι» όντως φύγαμε από την Κοζάνη για το ξενοδοχείο μας, όπου πήγαμε αμέσως για ύπνο, μια και είχαμε όλοι σχεδόν κάτι « τσιμπήσει» στην Κοζάνη, στους Φανούς. Καθαρή Δευτέρα, 14/3, μετά το εν πολλοίς νηστίσιμο πρωινό μας, ξεκινήσαμε για τον Τύρναβο. Κάναμε μια σύντομη στάση στο δρόμο και φτάσαμε εκεί κατά τις 12. Ο συνωστισμός φοβερός, μια και ήταν η ώρα της κορύφωσης του εθίμου. Είναι πασίγνωστο το Τυρναβίτικο Καρναβάλι, το οποίο εμφανίζεται ήδη από τα τέλη του 19ου αι. και το οποίο, παρόλο που δέχτηκε κατά καιρούς πολλές επιθέσεις, εξακολουθεί και γιορτάζεται με μεγάλο ενθουσιασμό. Είναι το μεγαλύτερο και καλύτερο Καρναβάλι της Κεντρικής Ελλάδας, οι εκδηλώσεις του οποίου ξεκινούν ένα μήνα πριν.
Όταν φτάσαμε εμείς ήταν ήδη σε εξέλιξη το Γαϊτανάκι και η παρέλαση στο χώρο του Προφήτη Ηλία ψηλότερα και ξεκινούσαν τα δρώμενα στην πλατεία της Αγοράς και την κεντρική πλατεία. Σε μεγάλα καζάνια ετοιμαζόταν το « Μπουρανί », η χορτόσουπα που σερβίρεται σε κάθε επισκέπτη, και στήνονταν οι ηχητικές εγκαταστάσεις κάτω από μεγάλες τέντες, λόγω του ψιλόβροχου. Σε λίγη ώρα το γλέντι είχε ανάψει. Όταν κάποια κοπέλα πήγαινε να πάρει σούπα, την σήκωναν στα χέρια άντρες με ψεύτικους φαλλούς κρεμασμένους στο « επίμαχο » σημείο ή με μάσκα που κατέληγε σε φαλλό, ενώ τεράστια τέτοια όργανα κυκλοφορούσαν «απειλητικά» ολόγυρα, όχι μόνο για το γυναικείο φύλο, θα έλεγε κανείς… Ο πιο καλλίφωνος ξεκινούσε το πειρακτικό τραγούδι και όλοι μαζί τραγουδούσαν, ενώ την ίδια χώρα ο κυκλικός χορός όλο και αυξανόταν. Λόγια που άλλες ώρες δεν ακούγονται άνετα βομβάρδιζαν τώρα τα αυτιά μας και προκαλούσαν γέλιο μαζί με κάποιο « αναψοκοκκίνισμα » πιθανότατα …
Αφού απολαύσαμε το έθιμο, κάναμε βόλτες στα στενάκια της πόλης αυτής, που κάποτε γνώρισε μεγάλες δόξες λόγω της υφαντουργίας και της αμπελουργίας, εντοπίσαμε τα σημάδια αυτής της αλλοτινής ακμής, φωτογραφίσαμε, φωτογραφηθήκαμε μαζί με τους ντόπιους εορταστές, καθώς και με τις αποκριάτικες «πονηρές» κατασκευές στην πλατεία. Αναζητήσαμε και κάποια ταβερνάκι, για να φάμε κάτι νηστίσιμο ίσως, για όσους τηρούσαν και το έθιμο της νηστείας τη μέρα αυτή, ψωνίσαμε διάφορα προϊόντα που πωλούνταν στους πάγκους των εμπόρων από τον Τύρναβο και άλλα γειτονικά χωριά, κυρίως χαλβά Φαρσάλων αλλά και γλυκίσματα ή αρτοποιήματα στο σχήμα του φαλλού, που είχε την τιμητική του τη μέρα εκείνη.
Αναχωρήσαμε, με δυσκολία, θα λέγαμε, κατά τις τρεις παρά κάτι για Νίκαια, όπου φτάσαμε στις 9 περίπου, αφού φυσικά κάναμε και δυο σύντομες στάσεις καθ΄οδόν.
Ήταν ένα πραγματικά όμορφο, μαγευτικό 4ήμερο, που μας γέμισε τόσο, ώστε να μπορούμε να αντέξουμε για πολύ διάστημα τις αντιξοότητες που καθημερινά συναντούμε στη ζωή μας… Όλοι ευχόμαστε να περάσουμε το ίδιο όμορφα και του χρόνου!