Αγαπημένος μας προορισμός τα Τσακώνικα χωριά του Πάρνωνα, ο ιστορικός  Πραστός και η όμορφη Καστάνιτσα. Γι΄αυτό και ξεκινήσαμε με 2 πούλμαν από τη Νίκαια στις 7.30  π.μ. και, αφού παραλάβαμε αρκετούς φίλους από το μετρό του Αιγάλεω, φύγαμε για Ισθμό.

Μια μικρή  στάση στο Σπαθοβούνι και περνώντας μέσα από το Άργος κατηφορίσαμε παραλιακά προς το Άστρος Κυνουρίας.

Στις 10 περίπου  φτάσαμε στον υγρότοπο Μουστού, όπου μας περίμεναν οι υπεύθυνοι  από το Περιβαλλοντικό Κέντρο Πάρνωνα-Μουστού, για ξενάγηση. Είχαν  ήδη εγκαταστήσει ένα τηλεσκόπιο δίπλα σε έναν από τους ενημερωτικούς πίνακες και μας έδωσαν κιάλια, για να παρατηρήσουμε τα πουλιά, που αυτήν την εποχή αφθονούν στο μοναδικό αυτό βιότοπο.

Πήρε το όνομά του από το γεγονός ότι από το παλιό λιμάνι στην περιοχή του Άστρους γινόταν η φόρτωση του μούστου, αφού η περιοχή της Θυρέας φημιζόταν για τους αμπελώνες της. Είναι ο σημαντικότερος και ο μόνος αξιόλογου μεγέθους υγρότοπος στην ανατολική Πελοπόννησο και ο πρώτος που συναντούν τα μεταναστευτικά πουλιά που ακολουθούν τις ανατολικές ακτές της Ελλάδας προς το βορρά.

Σε ένα χαμηλότερο επίπεδο μπορεί ακόμα κανείς να κολυμπήσει στα ιαματικά νερά του υγρότοπου. Μπορέσαμε να δούμε αρκετούς σταχτοτσικνιάδες, βουτηχτάρια, νερόκοτες, αγριόπαπιες, φαλαρίδες, μέχρι και έναν μοναχικό κύκνο.

Αφού  τελείωσε η ενημέρωση στο σημείο συνάντησης, ξεκινήσαμε την πεζοπορία μας όλοι μαζί, δίπλα στο “βαυαρικό κανάλι” και τους πλούσιους καλαμιώνες και τα αρμυρίκια, και λίγο πριν φτάσουμε στην έξοδό του προς τη θάλασσα, σταματήσαμε, για να μας δώσει λίγες ακόμη πληροφορίες η Κατερίνα, μπροστά σε ένα από τα πολλά παρατηρητήρια.

 Την αποχαιρετίσαμε, φωτογραφηθήκαμε πάνω στο γεφυράκι κοντά στη θάλασσα και κατευθυνθήκαμε προς την παραλία του Αγ. Ανδρέα. Στη συνέχεια ανεβήκαμε προς τον Πάρνωνα, δυο από τα χωριά του οποίου επρόκειτο να επισκεφθούμε, τον Πραστό και την Καστάνιτσα.

Κατά τις 11.30  περίπου βρισκόμαστε στο πρώτο από τα δυο χωριά, τον ιστορικό και όμορφο, παρά την εγκατάλειψή του, Πραστό, με τα χαρακτηριστικά διώροφα πυργόσπιτα ( για το φόβο των πειρατών ), που κάποτε ανήκαν σε πλούσιους εμπόρους. Εδώ έμειναν οι  «τουρίστες » μας για περιήγηση μιας ώρας.

Οι πεζοπόροι πήραμε την ανηφόρα, αφήνοντας πίσω μας την εκκλησία του Αγίου Δημητρίου καθώς και την Παλιά Μητρόπολη ( του 18ου αι. ), με την πανοραμική θέα της περιοχής, ερειπωμένη τώρα πια, και ακολουθήσαμε το μονοπάτι που θα μας έφερνε στην Καστάνιτσα.

Προηγήθηκαν όσοι θα πραγματοποιούσαν τη « μεγάλη » και δυσκολότερη διαδρομή προς Νεραϊδόβρυση και φαράγγι της Μαζιάς  και στη συνέχεια προς Καστάνιτσα, όπου θα συναντιόμαστε όλοι τελικά.

Η διαδρομή ευχάριστη αρχικά – λόγω της κατηφόρας – δυσάρεστη όμως λίγο, λόγω  του ήλιου, μια και πορευόμαστε προς τα δυτικά, και αυτό μέχρι να φτάσουμε στο ποτάμι. Αμέσως μετά πήραμε την ανηφόρα που μας « συνόδεψε » για αρκετό διάστημα, ευτυχώς όμως χωρίς την ενόχληση του ήλιου, εφόσον το μονοπάτι ήταν σκιερό και όμορφο, γεμάτο έλατα, κέδρους, πλατάνια και πυκνή βλάστηση.

Μετά από 2 περίπου ώρες αφήναμε πίσω μας το ρέμα της Μαζιάς, φτάνοντας πια στο τέρμα της ανηφοριάς , όπου βρήκαμε πολλές καστανιές, σημάδι πως ήμασταν κοντά στο χωριό, που σε αυτές οφείλει το όνομά του.

Αφού μαζέψαμε λίγα κάστανα και αφού φυσικά ... τα γευτήκαμε και επί τόπου, αρχίσαμε να κατηφορίζουμε προς το χωριό, παίρνοντας την άσφαλτο που θα μας οδηγούσε εκεί.

Κατά τις  3 οι πρώτοι, είχαμε αρχίσει να μπαίνουμε στο μαγευτικό χωριό της Καστάνιτσας και ανηφορίσαμε προς την πλατεία, στα δυο ταβερνάκια της οποίας « καταλύσαμε », για να δοκιμάσουμε νόστιμα μαγειρευτά και ψητά, καθώς και γλυκά με κάστανο, όπως η καστανόπαστα και τα μελομακάρονα με κάστανο.

Όσοι δεν είχαμε πεζοπορήσει από τον Πραστό  ήρθαμε στην Καστάνιτσα, όπου στην είσοδο του χωριού  οι ξύλινες επιγραφές στην τσακώνικη διάλεκτο μας καλωσόριζαν. Κάναμε τις βόλτες μας στα ασβεστωμένα πλακόστρωτα  δρομάκια του χωριού που είναι κυριολεκτικά πνιγμένο μέσα στο πράσινο.

Ανεβήκαμε στον ερειπωμένο πύργο του Καψαμπέλη πάνω στο λόφο και αγναντέψαμε από ψηλά τις δυο ρεματιές, ανάμεσα στις οποίες είναι χτισμένος αυτός ο όμορφος παραδοσιακός οικισμός, καθώς και το παρθένο δάσος από έλατα και καστανιές που απλώνεται ολόγυρα από αυτό.

Θαυμάσαμε την αρχιτεκτονική των σπιτιών με τις σκεπές από σχιστόπλακες ( αρκετά από αυτά διώροφα πυργόσπιτα), τις λουλουδιασμένες αυλές τους, τις βρύσες του χωριού και περάσαμε από το ναό της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος, με το περίτεχνο τέμπλο, δώρο, όπως λένε, της Αικατερίνης της Μεγάλης σε έναν επιφανή Καστανιτσιώτη της Παροικίας της Οδησσού.

Ψωνίσαμε τοπικά προϊόντα από τα μαγαζάκια του χωριού (μέλι, κάστανα, καρύδια, γλυκά του κουταλιού) και, ευχαριστημένοι και μαγεμένοι σχεδόν από τα όσα είδαμε, αναχωρήσαμε στις 17:30 για Νίκαια, όπου φτάσαμε γύρω στις 10 το βράδυ.