Για πρώτη φορά στη Σέριφο ο « Φυσιολάτρης» και ίσως δεν έφτασαν κι οι 3 μέρες που είχαμε προγραμματίσει για το « ανόθευτο » ακόμα και κάπως άγριο νησί των δυτικών Κυκλάδων, το νησί της Δανάης και του Περσέα, του Κύκλωπα, αλλά, κυρίως, το νησί το πλούσιο σε σιδηρομεταλλεύματα, με τις στοές και τα ορυχεία του, οι εργάτες των οποίων στασίασαν τον Αύγουστο του 1916 κι έμειναν στην ιστορία …

Η πρώτη μέρα, Παρασκευή, 23 Σεπτεμβρίου,  ξεκίνησε με την ακριβή αυτή τη φορά αναχώρησή μας από το λιμάνι του Πειραιά στις 07:00 μ.μ. και, μετά από μια στάση στην Κύθνο, φτάσαμε στο νησί γύρω στις 12:00.

Πήραμε τα δωμάτιά μας και, όσοι θέλαμε, βγήκαμε για ένα μπανάκι στην κοντινή παραλία του Αυλόμωνα και φαγητό έπειτα σε κάποια από τις ταβέρνες του Λιβαδιού.

Ξεκουραστήκαμε και στις 18:30 το απόγευμα φύγαμε για την Άνω Χώρα με το πούλμαν. Είδαμε την Παναγιά την Ξεκουράστρα στον δρόμο, κι από μακριά το Παλιό Υδραγωγείο, ένα κτήριο του 19ου αι. με καμάρες, τα Πλυσταριά κάποτε του χωριού.

Με τη συνοδεία του πρόθυμου και εξυπηρετικότατου Σερφιώτη λαογράφου, μουσικού και πολλά ακόμα … Θεόδωρου, ο οποίος μέσα στο πούλμαν  μας ανέφερε όλα τα σχετικά με τη μυθολογία και την ιστορία της Σερίφου, ανηφορίσαμε στο μεσαιωνικό Κάστρο, που χτίστηκε από τους Μικιέλι το 1434.

Φτάσαμε ως τη γραφική εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου, στο ψηλότερο σημείο του λόφου, απ΄όπου η θέα ήταν μαγευτική, όχι μόνο ως το Λιβάδι αλλά και ως πέρα στα γειτονικά κυκλαδονήσια! Μας έδειξε τα πάντα ολόγυρα, κοντινά και μακρινά, τα απομεινάρια του μεσαιωνικού Κάστρου, τα ερείπια από την αρχαία ακρόπολη, το Υποπροξενείο κάποτε της Ισπανίας, το Λαογραφικό Μουσείο και το κοντινό του θεατράκι, ανεβοκατεβήκαμε πολλά σκαλάκια...

Περάσαμε από τον Άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο, που είναι λαξευμένος στον βράχο και λέγεται ότι σε κάποια από τις κατακόμβες του βρίσκεται το κεφάλι της Μέδουσας, που έφερε στον Πολυδέκτη, βασιλιά της Σερίφου, ο Περσέας, είδαμε τον ναό του Αγίου Ελευθερίου, όπου υψώθηκε η σημαία της Επανάστασης τον Μάιο του 1821.

Περάσαμε από τις λότζιες (=είσοδοι ) του μεσαιωνικού οικισμού, με οικόσημα από την εποχή της Ενετοκρατίας, και καταλήξαμε στην Πιάτσα της Άνω Χώρας ( Πλατεία του Δημαρχείου ) με την πολύχρωμη ατμόσφαιρα, στην οποία συνεισφέρουν το νεοκλασικό κτήριο του Δημαρχείο, η Μητρόπολη του Αγίου Αθανασίου, τα φώτα των γύρω μικρομάγαζων, με τις πολύχρωμες καρεκλίτσες και τα τραπεζάκια του…

Περπατήσαμε κι ως την Πλατεία των Μύλων, όπου σώζονται μόνο 3 σήμερα, αναπαλαιωμένοι, ενώ διακρίνονται ερείπια των υπόλοιπων. Εκεί παραμείναμε για ένα γλυκάκι, ένα ποτό, λίγο φαγάκι για κάποιους, ως τις 11 περίπου, οπότε ξεκινήσαμε με το πούλμαν για το Λιβάδι.

Κάποιοι προτίμησαν να κατέβουν με τα πόδια από το μονοπάτι, με τον Ηλία επικεφαλής, κάνοντας μια όμορφη ζιγκ-ζαγκ διαδρομή, που είχε και την περιπέτειά της, μια και μέσα στη σκοτεινιά της νύχτας έπρεπε να ανακαλύπτουν τη συνέχεια του ασβεστωμένου μονοπατιού, όταν διασταυρωνόταν με την άσφαλτο…

Κάναμε και κάτω στο Λιβάδι μια τελευταία βόλτα και πήγαμε για ύπνο.

Σάββατο, 24 Σεπτεμβρίου, μετά το πρωινό φύγαμε, παρέα πάλι με τον κ. Θόδωρο, για Χώρα, Άσπρο Πύργο, όπου ξεναγηθήκαμε πάλι και αγναντέψαμε πέρα στον ορίζοντα όλα τα γύρω κυκλαδονήσια… Ο καλύτερα σωζόμενος αρχαίος πύργος της Σερίφου είναι μάλλον κτίσμα της ελληνιστικής περιόδου, ίσως του 4ου αι. π. Χ., από άσπρο ντόπιο μάρμαρο και χρησιμοποιήθηκε ως παρατηρητήριο, φυλάκιο ή και καταφύγιο σε περιπτώσεις ανάγκης. Δίπλα του και με δομικό υλικό από τον πύργο είναι χτισμένος ο Άγιος Χαράλαμπος και το πανηγυροκέλι του… Δυο δεξαμενές στους βράχους και παραπέρα το νεκροταφείο του Μεγάλου Χωριού αλλά και των λοιπών μεταλλευτικών οικισμών του νησιού.

Στο βάθος η Ευαγγελίστρια η Ακρωτηριανή, ένα παλαιοημερολογίτικο μοναστήρι, κοντά στην οποία λένε πως είχε τη σπηλιά του ο Κύκλωπας! Απέναντι το Μεγάλο ή Μία Χωριό, όπου σώζονται υπολείμματα από αρχαίες εγκαταστάσεις. Από την άλλη πλευρά βλέπαμε στην κορφή ενός λόφου το Κάστρο της Γριάς. Ο κ. Θεόδωρος αναφέρθηκε στη σχετική ιστορία. Στο αγνάντεμα να προσθέσουμε και το πολύχρωμο εκκλησάκι της Αγίας Τριάδας, στολίδι του βουνού!

Βρεθήκαμε έπειτα, με το πούλμαν στην παραλία του Κουταλά, όπου οι περιηγητές παρέμειναν για μια ώρα περίπου, για βόλτες ως τα εκκλησάκια του Αγ. Νικολάου και της Αγίας Ειρήνης από την άλλη πλευρά του όρμου, όπου σώζονται διάσπαρτες και κάποια αρχαία αρχιτεκτονικά μέλη, καφεδάκι, αναψυκτικό ή και μπάνιο ακόμα…

Ο Κουταλάς ήταν στα τέλη του 19ου αι. και στις αρχές του 20ού  το μεταλλευτικό κέντρο του νησιού. Βλέπει κανείς τα μικρά πετρόχτιστα σπιτάκια των μεταλλωρύχων, τα περισσότερα μισογκρεμισμένα, σκάλα φόρτωσης, βαγονέτα και άλλα μηχανήματα, στοές ορυχείων αμέτρητες στις γύρω πλαγιές.

Οι πεζοπόροι ξεκίνησαν την πορεία τους λίγο πιο πάνω παίρνοντας το χωματόδρομο  για το Μεγάλο  Λιβάδι. Περπατήσαμε λίγη ώρα περνώντας από τα μεταλλεία  και βλέποντας παντού γύρω μας στοές μισογκρεμισμένες , απομεινάρια γραμμών από τα βαγονέτα και πετρώματα πεταμένα αριστερά και δεξιά του δρόμου. Φτάσαμε τελικά στην κεντρική στοά  όπου θα μπαίναμε μέσα.  Ανάψαμε τους φακούς κεφαλής και ένας- ένας μπήκαμε μέσα  σκυφτοί στην αρχή αλλά στη συνέχεια η στοά έπαιρνε το ύψος της.

Η μυρωδιά της υγρασίας και της μούχλας στην αρχή μας ενόχλησε αλλά στη συνέχεια τη συνηθίσαμε.  Αρχίσαμε να προχωράμε ο ένας πίσω από τον άλλον πάνω στις σιδερένιες γραμμές όπου κυλούσαν τα βαγονέτα πριν από πολλά χρόνια.  Πηγαίναμε αργά και με προσοχή γιατί κάπου κάπου υπήρχαν μικροί βράχοι και έπρεπε να μην σκοντάψουμε. Υπήρχαν αρκετές διακλαδώσεις  και γιαυτό ακολουθούσαμε πιστά τον οδηγό μας. Πρώτη φορά περπατήσαμε τόση ώρα μέσα σε στοά  εκτός από μια επίσκεψη στα μεταλλεία του Λαυρίου.   Ο νους πήγε στις μέρες που τα μεταλλεία δούλευαν  στους μεταλλωρύχους να σκάβουν με το γκασμά  και το φτυάρι και να φορτώνουν το μετάλλευμα στα βαγονέτα.

Σε κάποια σημεία συναντήσαμε νυχτερίδες αλλά και μικρές πεταλουδίτσες  που τα μάτια τους χρύσιζαν όταν έπεφτε πάνω τους το φως του φακού. Θα πέρασε πάνω από μισή ώρα

και κάποια στιγμή στο βάθος φάνηκε το φως του τούνελ   και σιγά σιγά αρχίσαμε να βγαίνουμε από την στοά. Καθίσαμε αρκετή ώρα μέχρι να συνηθίσουμε το φως της ημέρας και φύγαμε για το Μεγ. Λιβάδι παρατηρώντας τα απομεινάρια από τους γερανούς που κάποτε φόρτωναν το μετάλλευμα στα πλοία.

Όλοι μαζί συναντηθήκαμε μετά από ένα 2ωρο περίπου στο πανέμορφο Μέγα  Λιβάδι. Ο κ. Θεόδωρος μας άνοιξε το Μουσείο Πετρωμάτων, με την προτομή του επικεφαλής των απεργών Κωνσταντίνου Σπέρα απ΄έξω και μας ξενάγησε σε αυτό. Έπειτα περπατήσαμε προς τις στοές, από όπου βγήκαν οι πεζοπόροι μας, προς τη γέφυρα φόρτωσης, σκάλες,  τα βαγονέτα, τις ράγες τους, από τη μία και την άλλη πλευρά, πλησιάσαμε στο μνημείο των πεσόντων μεταλλωρύχων στη «στάση» του Αυγούστου του 1916, την εκκλησία του Αγ. Νικολάου, θαυμάσαμε το επιβλητικό νεοκλασικό Διοικητήριο της εταιρείας των μεταλλείων, της Σχολής του Τσίλλερ,  με τους φοίνικες  ( που τώρα αναπαλαιώνεται ), τα υπόλοιπα κτίσματα από τον καιρό των μεταλλωρύχων ( ο οικισμός διέθετε φαρμακείο χημείο, ραφεία, υποδηματοποιεία, αρτοποιεία και σχολεία ), τα πετρόχτιστα σπιτάκια των εργατών και ό,τι άλλο υπήρχε στο χωριό. Κάποιοι τολμηροί προσέγγισαν και τα ιαματικά λουτρά, με τα μικρά σπιτάκια που είχαν χτιστεί για τους μεταλλωρύχους που είχαν ανάγκη τη θεραπεία τους. Κολυμπήσαμε και γευματίσαμε στην ταβέρνα δίπλα στη θάλασσα.

Φύγαμε νωρίς το απόγευμα για το ξενοδοχείο μας, όπου ξεκουραστήκαμε και το βραδάκι ανεβήκαμε με το πούλμαν στην Κάτω Χώρα.

Περιηγηθήκαμε στα δαιδαλώδη μικρά σοκάκια της Κάτω Χώρας, με την εκκλησία της Ευαγγελίστριας, στη λεγόμενη συνοικία Βάρδα, να δεσπόζει στη μικρή πλατεία, με το εγκαταλειμμένο πια και ερειπωμένο Ισπανικό υποπροξενείο, ενδιαφέρον νεοκλασικό κτίσμα,  άλλα όμορφα και χαριτωμένα σπιτάκια κι ανηφορίσαμε έπειτα προς την Άνω Χώρα, για βολτίτσες, κανένα γλυκάκι ή μεζεδάκι…

Επιστρέψαμε με τα πόδια ή το πούλμαν κάτω στο Λιβάδι για βόλτες, λίγα ψώνια, ξεκούραση και ύπνο.

Κυριακή, 25 Σεπτεμβρίου, φύγαμε με τη συνοδεία του φίλου μας Θεόδωρου για το χωριό Παναγιά πρώτα, παίρνοντας τον δρόμο από τα ανατολικά. Εκεί μας άνοιξε την εκκλησία, τη λεγόμενη και « Ξυλοπαναγιά», βυζαντινή εκκλησία του 10ου ή 11ου αι., με περίφημες τοιχογραφίες από τον 14ο ως και τον 17ο αι., προσκυνήσαμε και καθίσαμε στον ίσκιο της μικρής πλατείας μπροστά της. Περπατήσαμε στα σοκάκια του μικρού και δροσερού χωριού, ήπιαμε το καφεδάκι μας στο μικρό καφενεδάκι, φωτογραφίσαμε κι απολαύσαμε τη θέα ολόγυρα!

Φύγαμε, στη συνέχεια, για τη Μονή Ταξιαρχών, την οποία ξέραμε ότι θα βρίσκαμε ανοιχτή από τις 11. Είναι καστρομονάστηρο κοντά στο χωριό Γαλανή, με ιδιαίτερη αρχιτεκτονική. Χτίστηκε το 1572 με ψηλό περίβολο και μόνο μία είσοδο σε ύψος 4μ., διαθέτει πολεμίστρες και κάποτε είχε κινητή σκάλα, τώρα πέτρινη. Κάποτε ο πλούτος της μονής προσέλκυε πολλούς πειρατές και οι μοναχοί έπρεπε συχνά να πολεμούν. Είναι αφιερωμένη στους Ταξιάρχες και ο ναός της διαθέτει τοιχογραφίες, μερικές από τις οποίες αποδίδονται στον Εμμανουήλ Σκορδίλη. Στο μαρμάρινο δάπεδο της εκκλησίας την προσοχή τραβάει ο ανάγλυφος δικέφαλος αετός, από το 1659.

 

Ο μοναχός μας ξενάγησε μέσα στο καθολικό, αναφερόμενος στην ιστορία της Μονής και τις περιπέτειες που γνώρισε μέσα στους αιώνες, κυρίως επιδρομές από πειρατές.

Περνώντας από το χωριό Καλλίτσος κατηφορίσαμε ως την Ψιλή Άμμο, βλέποντας από ψηλά το Φράγμα και την τεχνητή λίμνη, που δημιουργήθηκαν τα τελευταία χρόνια για τη συλλογή ύδατος από τα πολλά ρέματα που διαθέτει το νησί. Βραβεύτηκε ως η καλύτερη παραλία της Ευρώπης για το 2003! Κολυμπήσαμε και καθίσαμε στη σκιά κάποιου από τα πολλά αρμυρίκια της παραλίας, ώσπου να φύγουμε…

Γευματίσαμε σε κάποια ταβέρνα στο Λιβάδι και στις 15:00 αναχωρήσαμε με το πλοίο της γραμμής για Πειραιά. Με την άφιξή μας στη Νίκαια είχαμε πια ολοκληρώσει μια ξεχωριστή εκδρομή σε ένα κυκλαδονήσι με πλούσια ιστορία, σε μια λιγότερο τουριστική περίοδο, για μικρό βέβαια διάστημα, που όμως μας χάρισε πολλές εντυπώσεις!